Παρασκευή 3 Ιουλίου 2015

Περὶ τῶν ἐν Βαλουκλῇ ἡμιπεφρυγμένων ἰχθύων.

Χρήσιμος -ἀναμφισβητήτως- ἡ μελέτη τῆς ἀρχαίας ἡμῶν ἱστορίας, ὡς πηγὴ ἐξαγωγῆς  συμπερασμάτων τινων περὶ τὴν νοοτροπίαν καὶ τὸν συλλογικὸν ψυχισμὸν τοῦ Νεοέλληνος, πλὴν ὅμως ἀσφαλεστέρα καὶ πλουσιωτάτη πηγὴ τυγχάνει ἡ μελέτη τῆς μεσαιωνικῆς τοιαύτης, ὡς πλέον «ἐπικαιροποιημένη» ποὺ λέγουν καὶ οἱ νεολόγοι μας.
Εἰδικῶς μάλιστα ἡ προσεκτικὴ καὶ ἀπροκατάληπτος μελέτη τῶν καταγεγραμμένων ἱστορικῶν -ἀλλὰ καὶ μυθοπλαστικῶν- τεκμηρίων τῆς περιόδου πρό, κατὰ καὶ μετὰ τὴν Ἅλωσιν.
Πολλὰ ἐκ τῶν τότε φρικωδῶν συμβάντων δύνανται ἴσως νὰ ἐπεξηγήσωσιν ἢ νὰ διαφωτίσωσι συμπεριφορὰς καὶ «μανταλιτέ» τῶν σημερινῶν κατοίκων τῆς Ἑλληνικῆς Χερσοννήσου.
Δὲν θὰ ἀναφερθῶμεν εἰς τοὺς κακεστάτους «Λατίνους», Ἑνετοὺς καὶ Γενουάτας, οἱ ὁποῖοι ἔπεσαν μαχόμενοι ἐπὶ τῶν ἀρχαίων τειχῶν τῆς Βασιλευούσης, διότι «εἶχαν συμφέροντα».
Δὲν θὰ ἀναφερθῶμεν εἰς τοὺς ἀριστοκράτας οἱ ὁποῖοι ἐνεφανίσθησαν πρὸ τοῦ ἀνωμάλου καὶ κιναίδου Πορθητοῦ, κομίζοντες τὰ πλουσιοπάροχα καὶ τιμαλφῆ δῶρα, αὐτὰ ποὺ πρὸ ὁλίγων ἡμερῶν εἶχον καταχωνιάσει, διὰ νὰ μὴ βοηθήσουν τὸν ἀτυχῆ βασιλέα των, τὸν ἀναζητούντα χρήματα πρὸς πληρωμὴν τῶν ...μισθοφόρων.
Θὰ ἀναφερθῶμεν εἰς ἕνα μῦθον, τὸν ὁποῖον κατέγραψεν ὁ σπουδαῖος λαογράφος μας Νικόλαος Γ. Πολίτης περὶ τὰς ἀρχὰς τῆς παρελθούσης ἑκατονταετίας εἰς τὸ περίφημον ἔργον του «Μελέται περὶ τοῦ βίου καὶ τῆς γλώσσης τοῦ ἑλληνικοῦ λαοῦ».
Κατὰ τὴν ἐν λόγῳ μυθοπλασίαν γέρων τις, καθ᾿ ὃν χρόνον οἱ γενίτσαροι εἶχον ἤδη εἰσέλθει εἰς τὴν Πόλιν καὶ ἔσφαζον τοὺς ἀνθισταμένους καὶ ἐζώγρουν τοὺς λοιποὺς τοὺς ...προσευχομένους καὶ ἔσυρον τὲς καλοβαλμένες κυράδες ἀπ᾿  τὸ μαλλί, οὗτος ...ἐτηγάνιζεν ἑπτὰ (!) ὡραῖα μπαρμπουνάκια πλησίον τοῦ ἁγιάσματος τῆς Ζῳοδόχου Πηγῆς τοῦ Βαλουκλῆ.
Ὁ Γεώργιος Βιζυηνὸς, δραματοποιεῖ ἔτι περαιτέρω τὸν μῦθον διὰ τοῦ ποιήματός του «Τὸ Μπαλουκλί».
«... Το λάδι βάλλει στην φωτιά μες στ' αργυρό τηγάνι,
για να τα τηγανίση.
Τα τηγανίζ' από την μια, και πά' να τα γυρίση 
κι από το άλλο μέρος.
Ο παραγιός του βιαστικά πετά να του μιλήση, 
και τάχασεν ο γέρος! 
–Μην τηγανίζης, γέροντα, και μόσχισε το ψάρι 
στην Πόλη την μεγάλη!
Την Πόλη την εξακουστή οι Τούρκοι έχουν πάρει,
μας κόβουν το κεφάλι!
–Στην Πόλη Τούρκου δεν πατούν κι Αγαρηνού ποδάρια! 
Με φαίνεται σαν ψεύμα!
Μ' αν είν' αλήθεια το κακό, να σηκωθούν τα ψάρια 
να πέσουν μες στο ρεύμα!
Ακόμ' ο λόγος βάσταγε, τα ψάρι' απ' το τηγάνι, 
την μια μεριά ψημένα,
πηδήξανε κι επέσανε στης λίμνης την λεκάνη,
γερά, ζωντανεμένα...».
Τὶ νὰ λέμε τώρα καὶ τὶ νὰ φλυαρῶμεν; Φρονοῦντες, φίλε ἀναγνώστα, ὅτι ὁ ἐν λόγῳ μῦθος χαρακτηρίζει πλήρως τὸν μέσον νεοέλληνα ἐν τοῖς διανυομένοις καιροῖς, ἂς ἀφήσωμε τοὺς νοσηροὺς στοχασμοὺς καὶ ἂς πᾶμε σὲ κανένα ΑΤΜ νὰ ἴδωμεν τὶ ...«ψάρια πιάσαμε»!

«Ἂν γίνῃ ὁ Ἀρμένης τσέλιγκας
καὶ μπαλικτζὴς ὁ Τοῦρκος,
Κλάφτονε τότε τὸ Ῥωμηὸ
Τὶ θὰ τὸν φάῃ ὁ βοῦρκος».
(Παλαιὰ παφλαγονικὴ παροιμία).


Δεν υπάρχουν σχόλια: