Ὁ ποντιακῆς καταγωγῆς καρδινάλιος Βησσαρίων (1403-1472 μ.Χ.) συνεκρότησε
τὴν μεγαλυτέραν ἴσως ἀλλὰ καὶ τὴν σπουδαιοτέραν ἐξ ἐπόψεως περιεχομένου
βιβλιοθήκην τῆς Ἀναγεννήσεως. Πρὸ τῆς Ἁλώσεως ἤδη ἡ Βιβλιοθήκη αὐτὴ ἦτο
περίφημος. Μετὰ τὴν Ἅλωσιν διηυρύνθη ἐκρηκτικῶς, τόσον ἐξ ἀγορῶν ἐκ τῶν
φυγάδων τῆς πεσούσης Ῥωμανίας, ὅσον καὶ μέσῳ ἑνὸς δικτύου πρακτόρων τοῦ
Βησσαρίωνος, οἱ ὁποῖοι ὑπὸ τὸ πρόσχημα τοῦ ἐμπορίου, ἐπιχειροῦντες εἰς
τὰ ἐδάφη τῆς Ὀθωμανίας, ἠγόραζον σωρηδὸν βιβλία.
Αὐτὸ ποὺ προέκυψεν ἐκ τῆς συλλογῆς ταύτης καὶ διεσώθη σχεδὸν ἀκέραιον,
ἀποτελεἶ τὸν ἱστορικὸν πυρῆνα τῆς λεγομένης Μαρκιανῆς Βιβλιοθήκης.
Ὁ φιλόπατρις, ὀξυδερκὴς καὶ σοφὸς καρδινάλιος μαθητὴς τοῦ μεγάλου
Πλήθωνος, ἐδώρησε τὴν τεραστίαν ἔγγραφον ταύτην παρακαταθήκην Σοφίας,
εἰς τὸ Ἑνετικὸν Κράτος, παραβλέψας πᾶσαν ἄλλην παράκλησιν καὶ πίεσιν, ὡς
αὐτὰς τῆς ζηλοφθόνου Ῥώμης, τοῦ γαλλικοῦ θρόνου, ἀλλὰ καὶ πολλῶν
ἀρχόντων, ὡς οἱ Μοντεφέλτρο, οἱ Μαλατέστα, οἱ Μέδικοι καὶ οἱ Ὀρσίνι.
Τὰ κίνητρά του ὑπὲρ τῆς Ἑνετίας, εὐκόλως δυνάμεθα νὰ τὰ προσδιορίσωμε.
Εἰς τὴν Ἑνετίαν εἶχεν εὕρει καταφυγὴν καὶ προστασίαν τὸ μέγιστον μέρος
τοῦ ἐξορίστου ἑλληνισμοῦ.
Ἀπὸ τοὺς λογίους τῆς Κωνσταντινουπόλεως, τῆς Τραπεζοῦντος καὶ τοῦ
Μορέως, μέχρι τοὺς τρομεροὺς καὶ περιζητήτους «Στραντιότι», τὸ ἐλαφρὺ
μισθοφορικὸν ἱππικὸν, συγκείμενον ἐξ Ἑλλήνων, Ἀλβανῶν καὶ Δαλματῶν.
Ἡ Βιβλιοθήκη τοῦ μεγάλου Βησσαρίωνος, κατέστη τὸ καύχημα τῆς πνευματικῆς
Ἑνετίας. Ἐξ αὐτῆς αἱ λάμψεις τοῦ Πλατωνισμοῦ, κατηύγασαν τὴν
ἀριστοτελίζουσαν ἀχλὺν πολλῶν αἰώνων «αὐθεντιῶν» καὶ ἐμμονῶν.
Ὠνομάσθη Μαρκιανὴ ἐκ τοῦ προστάτου τῆς Ἑνετίας, τοῦ Ἁγίου Εὐαγγελιστοῦ
Μάρκου, τοῦ ὁποίου ὁ πτερωτὸς λέων ἐπὶ αἰώνας ἐξεπροσώπησε τὴν
παρηγορίαν καὶ τὴν ἐλπίδα τῶν ὑποδούλων τῆς καθ᾿ ἡμᾶς Ἀνατολῆς.
Καὶ φυσικὰ δὲν ἦτο δυνατὸν νὰ τὴν «στριμώξουν» ὅπου κι ὅπου!
Ἡ Βιβλιοθήκη τοῦ Βησσαρίωνος, ὁ πρωταρχικὸς πυρὴν τῆς Μαρκιανῆς,
ἐστεγάσθη εἰς τὸ ἐπισημότερον σημεῖον τῆς πόλεως, ἔναντι τοῦ δουκικοῦ
ἀνακτόρου (Palazzo Dogale).
Προσωπικῶς θὰ κατέτασσον τὸ ἀρχιτεκτονικὸν αὐτὸ ἀριστούργημα τοῦ μεγάλου
Φλωρεντινοῦ Ἰακώβου Σανσοβίνου (Jacopo Sansovino 1486-1570), εἰς ἕνα ἐκ
τῶν 7 θαυμάτων τοῦ Νεωτέρου Κόσμου.
Ἀξιοπρόσεκτος ἡ βιτρουβιανῆς ἐμπνεύσεως στατικὴ καὶ αἰσθητικὴ ἀντίληψις τοῦ κτιρίου.
Αἱ κιονοστοιχίαι τοῦ ἰσογείου μὲ τοὺς δωρικοὺς κίονας (Ἰσχύς), σηκώνουν
τὸν ὄροφον μὲ τοὺς ἰωνικοὺς κίονας (Σοφία), συν-θέτουσαι τὸ Κάλλος τοῦ
Συνόλου.
Ταὐτοχρόνως, μιὰ τραγικὴ ὑπενθύμισις πρὸς πάντας, ἀλλὰ κυρίως πρὸς τὴν ἰδίαν τὴν ὑπερχιλιετῆ Γαληνοτάτην.
Ἄνευ τῆς Ἰσχύος, τόσον ἡ Σοφία, ὅσον καὶ τὸ Κάλλος ἀφανίζονται.
ΑΙ ΕΙΚΟΝΕΣ:
-Ἡ Μαρκιανὴ Βιβλιοθήκη.
-Ὁ Ἰάκωβος Σανσοβῖνος, τοῦ Τιντορέτο. Ὁ μέγας θεωρητικὸς καὶ ἐφαρμογεὺς
τῆς Ἀρχιτεκτονικῆς, εἰς βαθὺ γήρας κρατεῖ τὸν ἱερὸν διαβήτην ἀνοικτὸν μὲ
τοὺς πόδας του (πρωτοφανῶς) πρὸς τὰ ἐπάνω!
Ὁ ἀρχιτέκτων εἶναι ποιητής.
Καὶ ὁ ποιητὴς κάποιαν στιγμὴν πρέπει νὰ ξεμπερδεύῃ μὲ τοὺς ὑπολογισμοὺς
τῶν Κάτω. Δι᾿ αὐτὸ ὁ διαβὴτης του, μὲ Ἱερὰν Ἔπαρσιν δικαιοῦται νὰ
στοχεύσῃ τὰ Ἄνω.