Τετάρτη 27 Απριλίου 2016

Σύντομον ταξείδιον ἀπὸ τοῦ «Μονοτονικοῦ» μέχρι τὸν ἑνικὸν τῆς ...γαϊδουροπρεπείας!

Ὁ δικαιολογητικὸς καὶ ὁ προφατικὸς λόγος διαφόρων, προκειμένου νὰ καλύψωσιν εἴτε τὴν ῥαθυμίαν των, εἴτε τὴν νοητικὴν των ἀνεπάρκειαν, πάντοτε μὲ διεσκέδαζε, εἴτε ἐν τῇ συγχρόνῳ ψυχαγωγικῇ ἐννοίᾳ τοῦ ῥήματος «διασκεδάζω», εἴτε ἐν τῇ παρωχημένῃ καὶ κυριολεκτικῇ ἐννοίᾳ αὐτοῦ τῇ συμφύτῳ τοῦ ...διασκορπισμοῦ.

Πέμπτη 21 Απριλίου 2016

21/4/1967. Μιὰ ἐπ...αίτειος καὶ ἔνιαι σκέψεις ἐπὶ τῆς Vita Contemplativa.

«Δὲν ὑφίστανται γεγονότα. Μόνον ἑρμηνεῖαι». 
Φρειδερῖκος Νῆτσε.

Διχοτομεῖ ἡ σπουδαία φιλόσοφος Ἅννα Ἄρενδτ τὴν ζωὴν τοῦ ἀνθρώπου, φίλε ἀναγνῶστα, εἰς δύο κλάδους.
α΄. Τὴν Vitam Activam (Ἐνεργὸν Ζωήν), ἥτις τριχοτομεῖται εἰς Ἐνασχόλησιν, Ἐργασίαν καὶ Δρᾶσιν.
β΄. Tὴν Vitam Contemplativam (Θεωρητικὴν Ζωήν), ἤτοι τὸν ὑπέροχον, γαλήνιον, μακάριον κόσμον τοῦ στοχασμοῦ, τῆς ἐνδοσκοπήσεως, τῆς ἐπισκέψεως τῶν ὑψηλῶν ἀφῃρημένων ἰδεῶν, τῆς in vitro κατασκευῆς ὑποδειγμάτων ζωῆς, κοινωνικῆς συγκροτήσεως καὶ ἰδεωδῶν κοινωνιῶν, τῆς προσεγγίσεως τοῦ θείου καὶ παντὸς ἄλλού τινος  διανοητικοῦ ἐνεργήματος.
Κάποιαι τεθλιμμέναι σκέψεις ἐζώγρησαν τὸν συνήθως ὑψιπετῆ, χαρίεντα καὶ πάνυ αἰσιόδοξον φρεάντλειον νοῦν καὶ φρόνημα, ἐπὶ τῇ σημερινῇ 49ῃ ἐπετείῳ ἀπὸ τοῦ αἱμοσταγοῦς, πολυνέκρου καὶ τυραννικοῦ προνουντσιαμέντου τῶν στρατιωτικῶν.
Τὸ νὰ διεκτραγωδήσωμε καὶ ἡμεῖς τὰ ἑξημισαετῆ πάθη καὶ τὰς βασάνους ἑνὸς ὁλοκλήρου λαοῦ ἐν τοῖς συνήθοις πεδίοις κλαυθμοῦ καὶ ὀδυρμοῦ, ἀπάδει τοῖς ἡμετέροις ἤθεσι.
Ἀντ᾿ αὐτοῦ, προὐτιμήσαμε νὰ ἑστιάσωμεν ἐπὶ ἑνὸς πεδίου πάθους, ὅπερ τυγχάνει συχνάκις ἄθικτον ὑπὸ τῶν ἀξιοτίμων «ἱστορικῶν ἀναλυτῶν» τῆς αὐχμηρᾶς ταύτης περιόδου.
Ἀναφερόμεθα εἰς τὸ θέμα τῆς Ἐργασίας.
Τὸ ἐν λόγῳ καθεστώς, διὰ τοῦ ἀπολυταρχικοῦ του πνεύματος, ὑπεχρέωσε τεραστίας μάζας λαοῦ νὰ ἐργάζωνται.
Ἕνας λαὸς ἀρχαιόθεν τεταγμένος ἐκ τοῦ Θεοῦ καὶ ἐκ τῆς Φύσεως νὰ στοχάζηται, νὰ σχεδιάζῃ, νὰ ἀναμορφώνῃ, νὰ χαράσσῃ ἀτραποὺς Ἐνεργοῦ Ζωῆς χάριν τῶν «ἄλλων» λαῶν καὶ ἐθνῶν, ὑπεχρεώθη νὰ ἐργάζηται, εἰς σημεῖον ὥστε τὸ ἐκλεκτὸν ἐκεῖνον κολλέγιον τοῦ πνευματικοῦ πρυτανείου τῶν στοχαστῶν, τῶν πνευματικῶν ἀνθρώπων καὶ τῶν λογῆς διανοουμένων, τοὺς ὁποίους οἱ ψυχροὶ μακροοικονομισταὶ ὀνομάζουν (ἀναιδῶς) ΑΝΕΡΓΟΥΣ, ἐνίοτε δέ καὶ ΑΕΡΓΟΥΣ (!!!), νὰ κινδυνεύῃ σχεδὸν νὰ ἐκλείψῃ! Δὲν λείπουν μάλιστα θρασεῖς τινες νοσταλγοὶ τοῦ καθεστῶτος, οἵτινες τὴν ἐξόντωσιν ταύτην τοῦ θείου αὐτοῦ χοροῦ τῶν πνευματικῶν ἀνθρώπων, νὰ τὴν παρουσιάζουν -διαστρέφοντες τὴν ἀλήθειαν-, ὡς ...ἐξαφάνισιν τῆς ἀνεργίας!!!
Τὸ σχέδιον τῶν δολίων ἐκείνων στρατιωτικῶν, ἦτο ἄκρως ὕπουλον καὶ μεθοδευμένον.
Εἰσαγαγόντες μιὰν τερατώδη θεσμικὴν ἁπλούστευσιν, ἔδιδον τὴν δυνατότητα καὶ εἰς τὸν τελευταῖον χυδαῖον χωριάτην καὶ σιχαμερὸν χειρώνακτα νὰ μετατραπῇ εἰς ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΙΑΝ.
Ἤτοι, τοῦ ἐδόθη ἡ δυνατότης νὰ προσλάβῃ καὶ ἄλλους ΤΕΤΟΙΟΥΣ, οἱ ὁποῖοι ἐτρέποντο εἰς ἕνα κτηνῶδες κυνήγιον τοῦ χρήματος, παραμελήσαντες τελείως πᾶσαν πνευματικότητα καὶ πᾶσαν παράδοσιν τῆς θεωρητικῆς ἡμῶν φυλῆς, τῆς προορισθείσης -ὡς προείπωμεν- νὰ βηματίζῃ εἰς ἅλση φιλοσοφικῶν ἀκαδημειῶν, νὰ διαλέγηται εἰς συμπόσια σοφίας καὶ νὰ μεταρρυθμίζῃ ἀενάως πᾶν πάθημα τῶν «ἄλλων», ἐκείνων τῶν χαμερπῶν ἐθνῶν τοῦ ἡμεροκαμάτου.
Παρ᾿ ὅτι τὸ διάστημα τῆς ἀνωμαλίας ταύτης ὑπῆρξε μικρόν, περίπου μιὰ ἑξαετία, ἐν τούτοις τὸ καθεστὼς δὲν ἠδυνήθη νὰ ἐκριζώσῃ πλήρως τὸν εὐγενῆ χορὸν τῶν στοχαστῶν.
Ἐν τοῖς Ἀνωτάτοις Πνευματικοῖς Ἱδρύμασιν ὁ σπινθὴρ τῆς Vitae Contemplativae διετηρήθη ἄσβεστος! Ὑπὸ τὴν σποδὸν τοῦ τρισκαταράτου ἐμβληματικοῦ πτηνοῦ τοῦ καθεστῶτος, ἐξεκολάφθησαν τὰ ὀρφικὰ ὠᾶ τῆς Θεωρητικῆς Ζωῆς καὶ ἐν καιρῷ τῷ δέοντι ἐπέφανεν ἡμῖν ὁ Φάνης τοῦ στοχασμοῦ καὶ τῆς ἀπολακτίσεως τῆς χυδαίας ἐργασίας.
Ἐπέφανεν ἡ θεία καὶ λαοσώτειρα ἐκείνη χορεία ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΩΣ μοχθούντων νέων, οἵτινες ἐπὶ ὑπερτετρακαίδεκα ἔτη, διὰ τῆς ἀδιαλήπτου των παρουσίας, ὄχι εἰς τὰ χυδαία γιαπιά, ὄχι εἰς τὰ ἐλεεινὰ καταστήματα τῶν ἐμποράκων μὲ τὰ μίζερα μεροκάματα, ὄχι εἰς τοὺς ἱδρωπότας ἀγροὺς, τὰ δυσώδη βουστάσια, τὰ αἰθαλόεντα ἐργοστάσια, τὰ θορυβώδη ἐργοτάξια! ΟΧΙ!
Ἀντ᾿ αὐτῶν τῶν ποταπῶν χώρων, οὗτοι καὶ αὗται, ἠναλώθησαν εἰς τὰ πνευματικὰ ἔντιμα χαλκεῖα τῶν πολιτικοκομματικῶν γραφείων, εἰς τὰ «νεολαιίστικα στέκια» -ἄλλοτε-, εἰς κάποιον «μπιστρὸ» τοῦ Γκαζοχωρίου ἢ τῆς ἐν Βελγικῇ Γκρανπλάτς σήμερον, εἰς τοὺς ἐξώστας τῶν πλατειῶν καὶ τὰς κανονιοθυρίδας τῶν τηλεοπτικῶν διαύλων, ἐν ἑνὶ λόγῳ εἰς τὰ «μετερίζια τῶν λαϊκῶν καὶ ταξικῶν ἀγώνων», σώσαντες τὴν Θεωρητικὴν Ζωὴν ἑνὸς ὁλοκλήρου ἐθνους.
Εἶναι ἐκεῖνοι οἱ ἡρωικοὶ πρόμαχοι τοῦ πνευματικοῦ μόχθου, τοὺς ὁποίους οἱ ὕπουλοι ὀχτροὶ τῆς λαϊκῆς κυριαρχίας ἀποκαλοῦν συνθηματικῶς «Ντολτσεφαρνιεντιστάς»!
Ἀλλ᾿ ἐκεῖνοι ἀκάματοι, ἀνήκοοι ὡς ὁ Ὁδυσσεὺς δεσμώτης ἐπὶ τοῦ ἱστοῦ τῆς νηὸς του πρὸ τῶν Σειρήνων, κυβερνοῦν καὶ ἰθύνουν τὸν τόπον, διαδεχόμενοι ὁ εἷς τὸν ἄλλον εἰς μίαν μεγαλειώδη ἐκλογικὴν σκυταλοδρομίαν λαϊκοῦ ἔρωτος καὶ πατριωτισμοῦ.

Ἀνοίγουν νέας ἀτραποὺς «Ἀνάπτυξης». Καταργοῦν σύνορα. Παραχωροῦν λιμένας καὶ ἀερολιμένας τοὺς ὁποίους ὁ ἀνίκανος ἰθαγενὴς λαουτζῖκος ἀδυνατεῖ νὰ ἐκμεταλλευθῇ. Ἐμπλουτίζουν τὸν γηραλέον πληθυσμιακὸν μας ἱστὸν διὰ νέων ἐθνῶν ὑψηλῶν βιολογικῶν προδιαγραφῶν καὶ πολιτισμικῶν ἐξάρσεων.
Αὐτοί! Οἱ λησμονημένοι (Los Olvidados) ὄλβιοι ἥρωες τῆς Ἀντίστασης ἑνὸς ἐν τῷ συνόλῳ του τότε ὑπνώττοντος λαοῦ.
Αὐτοί! 
Ἡ «ΓΕΝΙΑ ΤΟΥ ΠΟΛΥΤΕΧΝΕΙΟΥ»!
ΖΗΤΩΣΑΝ...

Τετάρτη 13 Απριλίου 2016

Οἱ δακρυλέκται...

Μάταια κρύσταλλα συλλογῆς ματαίων -ἑνίοτε- θρήνων. Μικρὰ ὑελουργικὰ κομψοτεχνήματα ἐκ πεφυσημένου κρυστάλλου, ἁρμοδίως σχηματισθέντα πρὸς συλλογὴν τῶν δακρύων.
Τὰ ἔδιδον οἱ Πέρσαι βασιλεῖς εἰς τὰς κυρίας τοῦ γυναικωνίτου των ὅτε ἐξεστράτευον. Ἐπιστρέφοντες τὰ ἤλεγχον, τὰ συνέκρινον τὰ ἐζύγιζον, ἀναζητοῦντες τὸ πλέον δακρυγεμές, τὸ πλέον πολύκλαυστον, ὡς τεκμήριον νοσταλγίας καὶ περιπαθοῦς ἔρωτος.
Ἀλλὰ καὶ ὁ εὐαίσθητος ἐκεῖνος προφητάναξ τοῦ Ἰσραήλ, ὁ Ἱεσσαΐδης, ἐν τῷ νε΄ Ψαλμῷ συλλέγει τὰ δάκρυα τῆς μετανοίας του παρακαταθέτων ταῦτα πρὸ τῶν ποδῶν τοῦ Ἰεχωβᾶ ψάλλων:
«...τὴν ζωήν μου ἐξήγγειλά σοι, ἔθου τὰ δάκρυά μου ἐνώπιόν σου ὡς καὶ ἐν τῇ ἐπαγγελίᾳ σου...».Τεκμήριον τοῦ προαιωνίου διλήμματος, τοῦ μὴ ἰκανοποιουμένου ἐκ τοῦ ματαίου τίλματος μιᾶς μαργαρίτας. Οὔτε ἐκ τῆς ματαίας εὐχῆς τοῦ ἡμετέρου Παπαδιαμάντη γράψαντος τὸ λαϊκὸν ἐκεῖνον: «Θάθελα νὰ πεθήνησκα καὶ πάλε νάταν ψέμμα, γιὰ νάβλεπα ποιὰ γνοιάζεται καὶ ποιὰ πονεῖ γιὰ μένα».
Καὶ οἱ ἀρχαῖοι Ἕλληνες καὶ οἱ Ῥωμαῖοι συνέλεγον τὴν δακρυροὴν τῶν συντετριμμένων οἰκείων τοῦ μάκαρος, θέτοντες τὴν πολύτιμον δακρυδόχην εἰς τὰ μνήματα πρὸς τέρψιν καὶ δόξαν τῶν ἀρχαιολόγων καὶ τῶν λοιπῶν τυμβωρύχων καὶ ταφοτρωκτῶν.

Καὶ κατὰ τὴν Βικτωριανὴν λεγομένην ἐποχήν συνελέγοντο τὰ δάκρυα εἰς περίκομψα φιαλίδια καὶ ἐφυλάσσοντο ἐσαεὶ ὡς τεκμήρια αἰωνίου θλίψεως. Ποιήσεις ἐγράφησαν τότε διὰ τοὺς δακρυλέκτας ἐκείνους, ὡς ἡ παρατιθεμένη τοῦ Ἀμερικανοῦ Frank Dempster Sherman (1860-1916), τοῦ ἐμπνευσθέντος ταύτην ἐκ τοῦ -ἐμπράκτου- θρήνου μιᾶς νεαρᾶς Ἑλληνίδος.

A Tear Bottle


Glass, wherein a Greek girl’s tears
Once were gathered as they fell,
After these two thousand years
Is there still no tale to tell?


                                 Buried with her, in her mound
                               She is dust long since, but you
                             Only yesterday were found
                           Iridescent as the dew,

                                                    Fashioned faultlessly, a form
                                                   Graceful as was hers whose cheek
                                                  Once against you made you warm
                                                 While you heard her sorrow speak.

At your lips I listen long
For some whispered word of her,

For some ghostly strain of song
In your haunted heart to stir.

But your crystal lips are dumb,
Hushed the music in you heart:
Ah, if she could only come
Back again and bid it start!

Long is Art, but Life so brief!
And the end seems so unjust:
This companion of her grief
Here to-day, while she is dust!








Μόνον ἐκεῖνοι οἱ παράξενοι κάτοικοι τῆς ἀρχαίας Σαρδοῦς, κατὰ τὰς ἐκφορὰς τῶν πεφιλημένων νεκρῶν ἀντὶ θρηνητικῶν δακρύων, ἐξέχεον δάκρυα γέλωτος σπαρακτικοῦ, τοῦ γνωστοῦ ἔκτοτε καὶ ὡς  Σαρδωνίου, ὡς μᾶς πληροφορεῖ ὁ λόγιος Γ. Α. Ἀναστασόπουλος ἐν ταῖς σελίσι τῆς «Ποικίλης Στοᾶς» τοῦ ἔτους 1887: