Πέμπτη 24 Σεπτεμβρίου 2020

«Ἄς διέλθῃ μέσῳ τῶν φλογῶν».

Διὰ κάποιους ἡ σχετικὴ διαδικασία διαρκεῖ κλάσματα τοῦ δευτερολέπτου (ὅσοι ἀκόμη τὸ θυμοῦνται) κι ἀφήνει μόνον μιὰν πολεμικὴν ὀσμὴν καιομένου θείου.
Κάτι σὰν μιὰν ἀκτινογραφίαν.
Ἴσως τόσον διήρκεσεν ἡ πλημμελὴς «ἔνδυσις» τοῦ βρέφους τοῦ Πηλέως καὶ τῆς Θέτιδος μέσῳ τῶν φλογῶν διὰ τοῦ «Μανδύου τῆς Ἀτρωτότητος» (ὄχι τῆς Ἀθανασίας! Αὐτὴ ἐκερδήθη διὰ τοῦ Θανάτου του βεβαίως βεβαίως).
Ἄλλωστε, πῶς μποροῦμεν ἡμεῖς, οἱ κοινοὶ ἄνθρωποι νὰ «διέλθωμεν διὰ τῶν φλογῶν» δι᾿ ἀργοῦ τρόπου χωρὶς νὰ καρβουνιάσωμε;
Ξέρω καί γώ; Λές νά μποροῦμε πάλι; Ποῖος θὰ τὸ ἐδοκίμαζε;
«...καὶ ἐὰν διέλθῃς διὰ πυρός, οὐ μὴ κατακαυθῇς, φλὸξ οὐ κατακαύσει σε...». Ἡσαΐας, 43,2.
Εὐτυχῶς ὑπάρχει ἡ μουσική.
Ὁ μέγας Βάγκνερ καταφέρνει νὰ «κτίσῃ» μουσικῶς τὸ πύρινον τεῖχος προστασίας (firewall) θὰ τὸ ἔλεγον οἱ ψηφιακῶς ἐγγράμματοι, περὶ τὴν Βαλκυρίαν του ἐντὸς μουσικοῦ χρόνου περίπου ἑνὸς 10λέπτου.
Τόσον χρειάζεται μαζὶ μὲ τὸν Ἀποχαιρετισμὸν καὶ τὴν ἐπίκλησιν τοῦ Βόταν πρὸς τὸν Δαίμονα τοῦ Πυρὸς, τὸν πολυπράγμονα καὶ σοφὸν Λόγκε.
https://www.youtube.com/watch?v=7pTaH8USQH4

Ὁ Σκριάμπιν πάλιν χρειάζεται τὸν μισὸν χρόνον πυρίνης ἀντοχῆς. Μὲ τὸ ἔργον του «Διὰ τῶν Φλογῶν» ἔργ. 72, ἁπλώνει τὴν πυρίνην ἐμπειρίαν ὅπως ὅταν παίρνωμεν ἕνα μικρὸν τεμμάχιον ζύμης καὶ δι᾿ αὐτοῦ φτειάχνομεν μιὰν μεγάλην πίτταν. Ὁ Σκριάμπιν μέσα ἀπὸ τὰς χρωματικὰς ἐντροπίας ἑνὸς καὶ μόνον πιάνου ἀναπτύσσει ὅλην τὴν μυστικιστικὴν ἐμπειρίαν καὶ ...ἐμπυρίαν τοῦ δοκιμαζομένου «διὰ τοῦ πυρός».
https://www.youtube.com/watch?v=bdc9nHRzP1g

Ὡστόσον, ὁ εἰκονιζόμενος εἰς τὸν πίνακα τοῦ Matthias Stom γενναῖος Ῥωμαῖος πολεμιστὴς Γάιος Μούκιος Σκαιώλας (Caius Mucius Scaevola) διὰ νὰ πείσῃ καὶ νὰ ἐξαπατήσῃ τὸν ἐχθρὸν τῆς Ῥώμης βασιλέα Πορσήναν τῶν Ἐτρούσκων, ἄφησε τὸ χέρι του εἰς τὸ πῦρ τοῦ βωμοῦ, μέχρι αὐτὸ νὰ γίνῃ κάρβουνον!
Κάποιοι σκεπτικισταί τὸ ἠμφισβήτησαν, ὅπως οἱ συμμαθηταὶ τοῦ 12ετοῦς Φρειδερίκου Νῖτσε εἰς τὴν περίφημον Σχολὴν Σουλπφόρτα (Schulpforta), ὅπου οἱ μαθηταὶ ὡμίλουν μόνον ἀρχαῖα ἑλληνικὰ καὶ λατινικά.
Τότε ὁ Νέος Ἡράκλειτος ἤρχισε νὰ ψήνῃ ἀπαθῶς τὴν παλάμην του, ἔως ὅτου βιαίως τὸν ἀπεμάκρυνεν ὁ ἐπιστάτης τῆς Σχολῆς.
(Ἐπέπρωτο νὰ «καῇ» μεγαλοπρεπέστερον πολλὰς δεκαετίας ἀργότερον, δι᾿ ἑνὸς Πυρὸς τῆς ὀδυνηρᾶς χάριτος τοῦ ὁποίου ὁλίγοι θνητοὶ ἠξιώθησαν).


Δευτέρα 21 Σεπτεμβρίου 2020

Οἱ κρότωνες.

(Σκέψεις, ἐκπορευθεῖσαι ἔκ τινος περιπάτου ἐν τῷ Κέντρῳ ἱστορικῆς τινος πόλεως). 
Ἐν τῇ Ἀρχαίᾳ Ἀθηναϊκῇ Πολιτείᾳ καὶ ἔν τιναις ἄλλαις τῆς ἐποχῆς ἐκείνης ἐλευθέραις πολιτείαις, ὑφίσταντό τινες θεσμοὶ τοὺς ὁποίους ἡ σύγχρονος «Δημοκρατία», παρ᾿ ὅτι οἱ ὁπαδοὶ της -σεμνυνόμενοι καὶ ὑπερηφανευόμενοι συνάμα ὡς «τέκνα» της-, τοὺς ἔχουν ἀπορρίψῃ μετὰ βδελυγμίας. 
Θεσμοὶ ὡς π.χ. ἡ ταύτισις τῶν πολιτικῶν δικαιωμάτων πρὸς τὴν ἐκπλήρωσιν τοῦ πρὸς τὸ στράτευμα καθήκοντος, τῆς ἡλικιακῆς ὡριμότητος, τῆς φοροδοτικῆς συνεπείας, τῆς ἐθνικῆς καταγωγῆς κλπ. 
Δυνάμεθα νὰ εἴπωμεν ὅτι ἐκ τοῦ φάσματος τῶν χαρακτηριστικῶν τῆς Ἀρχαίας Ἀθηναϊκῆς Πολιτείας, τὸ μόνον ποὺ ἐκρατήθη εἶναι ἐκεῖνο (φεῦ) τῶν ἐκλογῶν. 
Ἕνας ἀρχαῖος Ἀθηναῖος, προσερχόμενος εἰς τὸ ἐκλογικὸν τμῆμα καὶ βλέπων εἰς τοὺς καταλόγους ἐγγεγραμμένον τὸν ἀστράτευτον καὶ συντηρούμενον ὑπ᾿ αὐτοῦ υἱὸν του, ἤ τὸν «μπαταξὴν» ἔναντι τῆς Δ.Ο.Υ. του γείτονά του, θὰ προεκάλει ἐξέγερσιν! 
Ἕνας θεσμὸς ὁ ὁποῖος εὐθὺς ἐξ ἀρχῆς ἀπερρίφθη ἀπαξιούμενος καὶ ἐλεεινολογούμενος ὑπὸ τῶν συγχρόνων «δημοκρατῶν» εἶναι καὶ ἐκεῖνος τοῦ Ὀστρακισμοῦ. 
Ὁ ἀρχαῖος Ἀθηναῖος ὡς γνωστὸν ἐψήφιζεν ὄχι μόνον ὑπὲρ ἐκείνου τὸν ὁποῖον ἐθεώρει κατάλληλον πρὸς ἄσκησιν τῆς διακυβερνήσεως τῆς Πολιτείας, ἀλλὰ -ὁσάκις ἐτίθετο σχετικὴ πρότασις δεόντως ὑποστηριζομενη καὶ χαρτοσεσημασμένη-, ἐψήφιζε καὶ πρὸς ἐξουδετέρωσιν ἐκείνου τὸν ὁποῖον ἐθεώρει ὡς ἐπικίνδυνον διὰ τὴν Πολιτείαν. 
Σήμερον ποὺ ἔχουν πληθυνθῇ ἐκεῖνοι οἱ ὁποῖοι στηριζόμενοι εἰς ἰσχυρὰ βάθρα δυνάμεως, οἰκονομικῆς, οἰκογενειοκρατικῆς, ἐξωκρατικῆς κλπ, ἡ ἐξουδετέρωσίς των μέσῳ μιᾶς ἑξαετοῦς ἐκτοπίσεως εἶναι ἀδύνατος. 
Οἱ πολῖται δίκην μοιρολατρικῶν ὑποζυγίων, τοὺς ἀνέχονται καὶ διὰ τοῦ μόχθου των τοὺς ὑπερσιτίζουν ἐν τῷ χαωδεστάτῳ «Πρυτανείῳ» τῶν συγχρόνων «Δημοκρατιῶν», διὰ τοσαύτης πλησμονῆς, ὥστε νὰ προβλέπεται καὶ νὰ προδικάζεται ἀκόμη καὶ ἡ εὐημερία πολλῶν γενεῶν ἀπογόνων των. 
Τὸ κακὸν μὲ αὐτοὺς τοὺς κρατικοὺς κρότωνας (χυδ. τσιμπούρια), εἶναι ὅτι δὲν ἀρκοῦνται μόνον εἰς τὴν ἀπομύζησιν τοῦ ζωτικοῦ οἰκονομικοῦ χυμοῦ τῆς Πολιτείας, ἀλλὰ διεκδικοῦν καὶ τὸ ἀφροδισιακὸν συμπλήρωμα διατροφῆς των, ἤτοι τὴν ἄμεσον ἐνάσκησιν τῆς ἐξουσίας. 
Καὶ ναὶ μὲν ἡ πρώτη γενεὰ τῶν κροτώνων, συνήθως κέκτηται κάποιων -τρόπον τινά- «ἀρετῶν» διοικήσεως, ὅμως οἱ ἐπακόλουθοι κατιόντες καὶ παρατρεχάμενοι, συνήθως εἶναι τενεκέδες, ταλαιπωροῦντες τὸν «κοσμάκην» μὲσῳ διαφόρων συλλήψεων, π.χ. λογῆς μεταρρυθμίσεων, ἀναμορφώσεως πόλεων, περιέργων διεθνῶν σχέσεων, συνάψεως ἀπιστεύτου βλαβερότητος οἰκονομικῶν συμφωνιῶν κλπ. 
Ὅμως, πρὸ πολλῶν ἐτῶν, κάποιος Βρετανὸς κοινοβουλευτικὸς ἀνὴρ, τυγχάνων σαφῶς κάτοχος κλασσικῆς παιδείας φλεγματικῶς καὶ κυνικῶς, κατὰ τινα ἀγόρευσιν ἐν τῷ Κοινοβουλίῳ, εἶπε περίπου αὐτά: 
«...Ὅπως εἰς τὸ Βυζάντιον οἱ εὐφυεῖς αὐτοκράτορες, ὅταν ἤθελον νὰ ἀποφύγουν κάποιαν ἔνοπλον σύγκρουσιν μετὰ τινων ἐκ τῶν πολλῶν βαρβάρων ἐπιδρομέων, δὲν τοὺς διώριζον εἰς τὸ δημόσιον, ἀλλὰ τοὺς ἔδιδον κάποια χρήματα, προκειμένου νὰ ἔχουν τὴν ἡσυχίαν των μέχρι νὰ ἔλθῃ ἡ κατάλληλος στιγμὴ νὰ τοὺς «τακτοποιήσουν», οὕτω καὶ ἡμεῖς, κάποιους οἱ ὁποῖοι δὲν ἀρκοῦνται εἰς τὸ νὰ μᾶς ἀπομυζοῦν οἰκονομικῶς, ἀλλὰ ἐπιζητοῦν καὶ νὰ μᾶς ταλαιπωροῦν θέλοντες νὰ κυβερνήσουν, προτείνω νὰ τοὺς ἐρωτήσωμε πόσα χρήματα θέλουν καὶ νὰ τοὺς τὰ δώσωμε, προκειμένου νὰ μᾶς ἀφήσουν ἡσύχους...»! 
Κατανοῶ τὴν φρίκην τινῶν πρὸ τοῦ ἐνδεχομένου νὰ στερηθῶμεν τῶν ὑπηρεσιῶν διαφόρων κροτώνων, «μεταρρυθμιστῶν», «τεχνοκρατῶν» καὶ λοιπῶν ἀποφοίτων κάποιων σπουδαίων ὑπερατλαντικῶν ἐκπαιδευτικῶν ἱδρυμάτων, πλὴν ὅμως ἄς ἀναλογισθοῦν καὶ τὸ ὅτι ἐνίοτε μιὰ μικρὰ οἰκονομικὴ θυσία ἀξίζει περισσότερον ἔναντι τῶν καθημερινῶν κακουχιῶν μας ἐντὸς πολεων καὶ κρατῶν, αἰωνίως εὑρισκομένων εἰς κατάστασιν πειραματικοῦ ἐργαστηρίου. 
ΑΙ ΕΙΚΟΝΕΣ: 
-Ἕνας κρότων (τσιμπούρι), ἴδιος καὶ ἀπαράλλακτος ἐπὶ 146 ἑκατομ. χρόνια (Κρητιδικὴ Περίοδος) ἐντὸς ἡλέκτρου (κεχριβάριον). 
-Ἕνα «Ὄστρακον» ἑξαετοῦς ξεκουμπίσματος τοῦ Μεγακλέους υἱοῦ τοῦ Ἱπποκράτους (ἀριστοκράτης καὶ Ἀλκμεωνίδης. Προθέματα εἰς τὰ ὀνόματα τύπου Ἱππο-, Μεγα-, Ἀριστο-, Ἀλκι-, ἐδήλουν κατὰ κανόνα ἀριστοκρατικὴν καταγωγήν).