Σάββατο 20 Φεβρουαρίου 2010

Περὶ τοῦ ἐν Κράτει κράτους, ἢ περὶ κομμάτων, μικρὰ συναγωγὴ στοχασμῶν. (Μέρος α΄).

Περὶ τοῦ ἐν κράτει κράτους.



Εἴθισται ἡ ἔκφρασις «κράτος ἐν κράτει» (ΚΕΚ) νὰ σημαίνῃ τὴν λειτουργίαν ἐντὸς κοινωνικοῦ τινος ὀργανισμοῦ, ἑνὸς μορφώματος, ἐπίσης κοινωνικοῦ, κατὰ κανόνα διώκοντος ἴδιον συμφέρον συχνάκις εἰς βάρος τοῦ περιέχοντος, ἢ καλύτερον ξενίζοντος αὐτὸ.
Ἀρυόμενοι παραδειγματολογίαν ἐκ τῆς βιολογίας, -μέθοδος προσφιλὴς εἰς τοὺς κοινωνικοὺς στοχαστὰς ἄλλων ἐποχῶν, ἀρκούντως κατεδικασμένη ἤδη «ἐπιστημονικῶς» ὑπὸ «προοδευτικῶν» κυρίως «πνευματικῶν ἀνθρώπων»-, δυνάμεθα νὰ χαρακτηρίσωμε τὸν περιέχοντα ὀργανισμὸν ὡς «ξενιστήν», ἐνῶ τὸ περιεχόμενον μόρφωμα ΚΕΚ, ὡς «παράσιτον».
Θὰ ἦτο ἄστοχον τὸ νὰ χρησιμοποιήσωμε τὸν χαρακτηρισμὸν αὐτὸν, προκειμένου νὰ ἐκφράσωμε τὴν λειτουργίαν ἑνὸς τέτοιου «παρασίτου» ἐξωθεσμικῶς. Ἐννοοῦμε δὲ τὴν παρουσίαν κάποιου παρασίτου ὑπὸ τὴν ἔννοιαν μιᾶς δράσεως ἡ ὁποία ἐκφεύγει τῶν νομικῶν ἢ ἐθιμικῶν ὁριοθετήσεων τοῦ ξενιστοῦ. Οὔτω ἡ ἀθρόα καὶ ἄνομος εἰσβολὴ κάποιου πληθυσμοῦ ἐντὸς μιᾶς χώρας καὶ ἡ ἐπιβολὴ του εἰς τὸν κοινωνικὸν της ἱστὸν δὲν συνιστᾶ ΚΕΚ, ὅσον καὶ ἂν ξεφωνίζουν τινὲς Ἐπιμηθεῖς τὰ τετριμμένα «Γινήκαμε Βαβυλωνία!», «Σικάγο» κ.ο.κ.
Τοῦτο βεβαίως, ἀκόμη καὶ ἄν ὁ πληθυσμὸς αὐτὸς δὲν ἐξακολουθῇ νὰ παραβιάζῃ τὸ νομικὸν της καθεστώς, ἀλλὰ δείχνει νὰ συμμορφοῦται πρὸς τὴν νομοθεσίαν της. Ἐπιμένομεν ἐπ᾿ αὐτοῦ, διότι ἀπυθμένου ἀνοησίας θεωρίαι ἐσχάτως κηρύσσουν ὅτι ἀκόμη καὶ ἂν παρεβιάσθῃ ἄπαξ ἡ ἔννομος τάξις διὰ μιᾶς παρανόμου εἰσχωρήσεως, οὐδὲν πρόβλημα, ἐφ᾿ ὅσον ὁ παρείσακτος συμμορφοῦται πρὸς τὸ λοιπὸν θεσμικὸν καθεστώς.
Τοῦτο τυγχάνει ἄτοπον, διότι ὁμοιάζει πρὸς ἄνδρα εἰσερχόμενον ἀπροσκλήτως καὶ βιαίως ἐντὸς οἰκίας δεσποινίδος, ἐγκαθιστάμενον ἐκεῖ, τρώγοντα, πίνοντα, κοιμώμενον καὶ πληρώνοντα τὸ ῥεῦμα, τὰ κοινόχρηστα, πλένοντα τὰ πιάτα, ἐν ἑνὶ λόγῳ συμπεριφερόμενον δίκην εὐσυνειδήτου συζύγου, ταχέως μάλιστα ὑποδεικνύοντος καὶ τὸ εἶδος τῶν ἐπίπλων, ἐν τέλει δὲ καὶ τὸ ὄνομα τῶν τέκνων ἅτινα ἤθελον προκύψῃ ἐκ τῆς πρωταρχικῆς καὶ βιαίας εἰσόδου του... Εἶναι ἀπίστευτον τὸ πῶς εἰς τὴν ἐποχὴν μας, ἡ ὁποία ἐφαίνετο ὡς ὑποσχομένη τὴν βασιλείαν τῆς νομιμότητος καὶ τοῦ θεσμικοῦ θετικισμοῦ, τὰ λογῆς de facto, ταχύτατα μεταλλάσσονται εἰς de jure!
Εὐστοχώτερον θὰ ἦτο τὸ νὰ χαρακτηρισθῇ ὡς ΚΕΚ, μία λειτουργία εὑρίσκουσα, ἀσχέτως ἀποτελέσματος ἢ ἀξιολογήσεως, τρόπον δράσεως μὴ δυνάμενον νὰ ἐλεγχθῇ ὑπὸ τῆς ἐννόμου καὶ ἐν γένει θεσμικῆς τάξεως.
Ἀφήνομε κατὰ μέρος τὴν εὑρεῖαν χρήσιν τοῦ ὅρου, ὡς καὶ τὴν μεταφορικὴν τοιαύτην, ὡς ἐπὶ παραδείγματι τὴν λειτουργίαν ἐντὸς μιᾶς ἐμπορικῆς ἐπιχειρήσεως, ἑνὸς σώματος στελεχῶν κοινῶν στόχων, διωκόντων τὸ ἴδιον ὄφελος, εἰς βάρος τοῦ γενικωτέρου.
Στόχος μας εἶναι νὰ ἐξετάσωμεν ὄχι μικροκοινωνίας, ἀλλὰ τὴν περιληπτικωτέραν καὶ εὑρυτέραν βαθμίδα τῆς κοινωνικῆς κλίμακος, ἤτοι τὸ Κράτος.
Δεύτερος στόχος μας εἶναι τὸ νὰ καταδείξωμεν ὅτι ἓν καθεστὼς ἐν κράτει κράτους, δὲν ἀποτελεῖ κατ᾿ ἀνάγκην ἀξιόμεμπτον κοινωνικὴν ἐκδήλωσιν.
Ἱστορικῶς καὶ διαχρονικῶς, πάμπολλα κράτη ἐν κράτει εὐηργέτησαν τοὺς «ξενιστὰς» των, πολλάκις μάλιστα ἀπετέλεσαν καὶ τὸν πυρῆνα τοῦ μεγαλείου των.
Αἱ κλασσικαὶ Ἀθῆναι, συντόμως οἰκοδόμησαν τὸ μεγαλεῖον των καὶ ἐπὶ τοῦ συστήματος τῆς Κληρουχίας, ἤτοι ἐπὶ μιᾶς ἰδιορρύθμου καὶ χαρακτηριστικῆς τῆς ἀθηναϊκῆς ἐπιχειρηματικότητος μορφῆς τοῦ οἰκονομικῶς ἐπιχειρεῖν. Ἐπρόκειτο δι᾿ ἓν σύστημα καθ᾿ ᾧ τὸ Ἄστυ προσφέρον τὰ ἐλάσσονα ἐφόδια πρὸς ὅμιλον ἐπιχειρηματιῶν, κατ᾿ οὐσίαν ἀνέθετεν αὐτοῖς τὴν οἰκονομικὴν διείσδυσιν ἐντὸς πλουτοπαραγωγοῦ περιοχῆς, ἐξ ἧς ἀπεκόμιζε μόνον κέρδη, μετὰ τῆς ἐλαχίστης ἐπικινδυνότητος. Κλασσικὴ ἡ περίπτωσις τῶν χρυσοθηρικῶν κληρουχιῶν ἐν Θράκῃ, αἱ ὁποῖαι ἀπετέλεσαν μάλιστα τὴν αἰτίαν τῆς ἀθλίας τελευτῆς τοῦ μεγάλου ἥρωος Μιλτιάδου.
Τὸ αὐτὸ δυνάμεθα νὰ εἴπωμε καὶ περὶ τοῦ πρώτου Δουκὸς τοῦ Αἰγαίου, Μάρκου Σανούδου, ὅστις πλειοδοτήσας εἰς σχετικὴν προκήρυξιν, μετὰ τὴν διανομὴν τῆς Ῥωμαϊκῆς Αὐτοκρατορίας (1204 μ.Χ.), ἀπήλαξε τὴν Γαληνοτάτην Δημοκρατίαν, παντὸς σχεδὸν κινδύνου ἐκστρατείας, προκειμένου αὕτη νὰ δρέψῃ τοὺς ἀτίμους καρποὺς τοῦ λεγομένου «1/4» τῆς προσκυρωθείσης ἀλλὰ μὴ κατακτηθείσης λείας της. Ἀκόμη, διὰ τοῦ τρόπου αὐτοῦ, ἡ Γαληνοτάτη ἀπεμάκρυνε τὸ ἐνδεχόμενον ὄνειδος μιᾶς μελλοντικῆς ἀπωλείας τῶν κτηθεισομένων νησιωτικῶν ἐπικρατειῶν, ἐφ᾿ ὅσον τοῦτο ἤθελε χρεωθῇ εἰς τὸν ἐπιχειρηματικὸν Δούκα. Ἀκόμη, πᾶσα ἐνδεχομένη ἀντίδρασις ἢ δυσανεξία τῶν νησιωτῶν, ἠδύνατο ἐπίσης νὰ χρεωθῇ εἰς τὸν ἐπιχειρηματίαν, τότε δὲ ἡ Γαληνοτάτη θὰ ἐνεφανίζετο ὡς καλὴ ἐπικυρίαρχος καταπραῢνουσα αὐτοὺς, ἐγκαθιστῶσα καθαρὰν καὶ ἄμεσον κυριαρχίαν δικαίου κυριάρχου...
Τοῦτο παρατηρεῖται καὶ εἰς τὰς Ἑταιρείας τῶν Ἰνδιῶν, τόσον τῆς ἀτυχοῦς Γαλλικῆς, ὅσον καὶ τῆς μακροβίου καὶ ἀρπακτικωτάτης Βρεταννικῆς.
Τοῦτο καὶ εἰς τὴν αὐτοκρατορικὴν συνταγὴν τῆς ῥωσσικῆς ὑπερσιβηρικῆς ἐπεκτάσεως, μέσῳ μιᾶς παραδόξου οἰκονομικοπολεμικῆς στρατιᾶς Κοζάκων ...ἐξερευνητῶν, περὶ τοὺς ιστ΄ καὶ ιζ΄ αἰώνας.
Τοῦτο καὶ διὰ τῶν σιδηροδρομικῶν ἑταιριῶν τῶν Η.Π.Α., κυρίως τῆς «Union Pacific», αἵτινες διαθέτουσαι ἰδιωτικὸν στρατὸν καὶ λοιπὰς κρατικοῦ χαρακτῆρος δομὰς στηρίξεως, κατ᾿ οὐσίαν ἥνωσαν τὰς δύο ἀκτὰς τῆς Β. Ἀμερικῆς, οἰκοδομήσασαι ἐντὸς τεσσάρων 10ετιῶν τὸ ἀμερικανικὸν μεγαλεῖον.
Κράτη ἐν κράτει ὑπῆρξαν ὅλα ταῦτα τὰ μορφώματα, εἶναι δὲ δύσκολον καὶ ὁ πλέον εὐφάνταστος ἱστοριοδίφης νὰ προσδιωρίσῃ ποία ἤθελεν εἶναι ἡ μορφὴ τοῦ κόσμου μας, ἂν τὰ ΚΕΚ αὐτὰ δὲν εἶχον ὑπάρξει.
Ἂν ταῦτα συνέβησαν ἐπ᾿ εὐημερίᾳ τῶν προαναφερθέντων κρατῶν, τὶς δύναται εἰπεῖν ταὐτὸ παρατηρῶν συγχρόνους τινὰς ἐκφάνσεις τοῦ ΚΕΚ;
Ἀναζητοῦντες τὸ φαινόμενον ἐν τοῖς καιροῖς μας, πρὸς ἀποφυγὴν δὲ πλατειασμοῦ, ἂς στρέψωμε τὴν προσοχὴν μας, ποῦ ἀλλοῦ; Εἰς τὴν χώραν μας.
Δὲν γνωρίζω ποῖον θὰ ἦτο τὸ ἀποτέλεσμα μιᾶς δημοσκοπήσεως ὑπὸ τὰ ἀκόλουθα ἐρωτήματα καὶ ζητούμενα:
Ποῖον ἐκ τῶν κάτωθι κοινωνικῶν μορφωμάτων, νομίζετε ὅτι συνιστᾶ ΚΕΚ; Αἱ ἑταιρεῖαι διακινήσεως πετρελαιοειδῶν; Τὰ ΜΜΕ; Οἱ «πνευματικοὶ ἄνθρωποι»; Οἱ ὁμολογοῦντες ἰδιαιτερότητα τινά; Αἱ Ποδοσφαιρικαὶ Ἀνώνυμοι Ἑταιρεῖαι; Ἡ Ἐκκλησία; Οἱ ἐλευθεροτέκτονες; Οἱ κομμουνισταί; Οἱ Κρῆτες; Τὰ Κόμματα;
Θεωρῶ βέβαιον ὅτι τὸ ἀνωτέρω σαφῶς κατευθυνόμενον ἐρωτηματολόγιον, θὰ διεμόρφωνε μᾶλλον ἐξειδικευμένας καὶ ἰδεολογικῆς φορτίσεως καὶ σημασίας ἀπαντητικὰς ὁμάδας, ἀδιαφόρου ἐν τέλει (δι᾿ ἐμὲ) σημασίας!
Αἴφνης δὲν θὰ μὲ ἐνδιέφερε ποσῶς νὰ ἀκροασθῷ δημοσκοπικῶς τὴν ἀπάντησιν «ἡ Ἐκκλησία», ζέοντος ἀκόμη τοῦ λεγομένου Βατοπεδικοῦ ζητήματος, οὔτε τὴν ἀπάντησιν «οἱ κίναιδοι», ἀνηρτημένης οὔσης εἰς τὰς ταβλοειδεῖς φυλλάδας μιᾶς σπαρακτικῆς ἱστορίας κάποιου ξεκοιλιασθέντος δημοφιλοῦς θεατρίνου τῆς «οἰκογενείας» αὐτῆς. Τὸ αὐτὸ καὶ ἂν ἤκουγα «οἱ μασσῶνοι», μετὰ τὴν κατάποσιν ἀπιστεύτων πομφολυγωδῶν σεναρίων περὶ σατανικῶν συνομωσιῶν, μεταδοθεισῶν ἀπὸ τηλοψίας μέσῳ σοβαροφανοῦς τινὸς διοπτροφόρου (εἰς μάτην) ἐρευνητοῦ, συνεπικουρουμένου ὑπὸ γνωστοῦ Τορκουεμάδα (ἄνευ ὅμως τῆς γνωστῆς εὐφυΐας τοῦ φρικαλέου δομηνικανοῦ) συναδέλφου του.
Ἂν ὅμως ἐλάμβανα τὴν ἀπάντησιν «τὰ Κόμματα», θὰ ἠσθανόμην θλίψιν, ὄπως κάθε φορὰν ποὺ ἐπιβεβαιώνονται δικαὶ μου θλιβεραὶ ἀπόψεις. Εἶναι γνωστὸν ὅτι μόνον οἱ ψυχασθενεῖς, οἱ δαιμονισμένοι καὶ οἱ σκ...ψυχοι χαίρονται, ὅταν ἐπιβεβαιώνονται αἱ πλέον ἄθλιαι προβλέψεις ἢ ὑποψίαι των...
Ἑδραζόμενος ἐφεξῆς ἐπὶ μιᾶς, -μᾶλλον ἀπιθάνου-, τοιαύτης ἀπαντήσεως, ἀποπειρῶμαι νὰ συγκαταλέξω τὸν ἑαυτὸν μου εἰς τοὺς συναπαντητὰς της, ἀκολούθως δὲ, ὡς ἔχω ὑποχρέωσιν, ἀλλὰ καὶ προκειμένου νὰ ἐπεκτείνω τὸν φλύαρον καὶ ἀδόλεσχον στοχασμὸν μου, νὰ ἐκδιπλώσω τὰς ἐκτιμήσεις μου.

Ο ΚΑΤΑ ΦΡΕΑΝΤΛΗΝ ΟΡΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΚΟΜΜΑΤΟΣ.
Κόμμα, ἐκ τοῦ κόπτω. Ἤτοι διαμερίζω ὅ,τι θὰ ἔπρεπε νὰ εἶναι ἡνωμένον, τουτέστι τὸν σύνολον λαόν, προκειμένου νὰ συγκροτήσω νέα ὑποσύνολα, ἀπομακρύνων συνεχῶς τὸν κίνδυνον μιᾶς ἐνδεχομένης ἑνώσεως τοῦ λαοῦ ὑπὸ κοινὸν ὅραμα, κοινοὺς πόθους καὶ κυρίως συν-πάθειαν καὶ σύν-πνοιαν.
Ὡς Κόμμα νοοῦμε κάποιον ὀργανισμὸν ἑτεροκλήτων ἰδεολογικῶς καὶ ἠθικῶς προσώπων, μετατρεπομένων εἰς ἄτομα ὅσον συνάπτονται περισσότερον ἐν αὐτῷ, σκοπούντων εἰς τὴν κατάληψιν, διαχείρισιν, διατήρησιν καὶ κατὰ τὸ δυνατὸν στεγανοποίησιν, ἑνὸς ἀφηρημένου ἀγαθοῦ, προωρισμένου θεωρητικῶς νὰ εἶναι κοινόχρηστον, κοινωφελές καὶ ἀμέριστον, καλουμένου δὲ Κράτος.
ΚΡΑΤΟΣ, ἔννοια θεία κατὰ Πλάτωνα. Τὸ αὐτὸ καὶ κατὰ Γεώργιον Φρ. Ἕγελον.
Κατὰ Φρεάντλην ἐπίσης, Τοῦτο εἶναι ὁ δεύτερος πυλὼν τοῦ πολιτισμοῦ, ὁμοῦ πρὸς τὴν Ἰδιοκτησίαν. Τόσον γλυκυτέρα ἡ γεύσις Του, ὅσον ἐκνευρίζει περισσότερον τοὺς διαφόρους ἐχθροὺς Του, κατὰ κανόνα ἢ ὑπερβολικῶς πλουσίους, πνιγομένους ἐντὸς τῶν «ἀνοήτων» περιορισμῶν Του, ἢ ἐντελῶς τιποτένιους κοινωνικῶς, θεωρούντας Αὐτὸ ὡς αἰτίαν τῆς ἀσημαντότητος καὶ τῆς δυσπραγίας των.
Ὅλοι ἀνεξαιρέτως, ὁμοῦ μετ᾿ ἐκείνων οἱ ὁποῖοι δῆθεν Τὸ μυκτηρίζουν καὶ ἀπεργάζονται τὴν κατάργησίν Του ἐπὶ σκοπῷ ἀνασυστάσεώς Του κατὰ τὰ συμφέροντά αὐτῶν καὶ τινων συσσυμμοριτῶν των, ὅταν ληστεύωνται, ὅταν βιάζωνται, ὅταν ξυλοκοποῦνται ὑπὸ χειροδυνάμου ὑγιεστάτου κακούργου. Οὗτοι, μετὰ τὸ κλασσικὸν «Ὦχ μανούλα μου!», ἀνακράζουν ἐν ἱερᾷ ἀγανακτήσει: «Δὲν ὑπάρχει κράτος», ἢ «γ... τὰ ὑπουργεῖα σας» (πάντα «σας», ἀπὸ τῆς Συνθήκης τοῦ Λονδίνου τῷ 1828, μέχρι σήμερον. Ποτὲ «μας»...!!).
Ὁ θεῖος Πλάτων τὸ ὡραματίσθη διοικούμενον ὑπὸ μιᾶς δρακὸς ἐπιλέκτων, πεπαιδευμένων, πενήτων, ἀσκητικῆς διαθέσεως καὶ προσωπικῆς σκληρότητος «τεχνοκρατῶν», ἀφοσιωμένων εἰς τὸ νὰ φυλάσσουν τὴν εὐημερίαν καὶ τὴν καλοπέρασιν ὅλων τῶν ὑπολοίπων, δι᾿ αὐτὸ καὶ «Φύλακες» ἐκλήθησαν.
Ἀντὶ τῶν Φυλάκων ἡ παράξενος Ἱστορία ἠθέλησε τὸ Κράτος νὰ περιέλθῃ εἰς χείρας τῶν προλεχθέντων κομμάτων.
Εὐθὺς ἐξ ἀρχῆς καὶ ὅσον ἀφορᾶ εἰς τὴν χώραν μας πάντοτε, τὰ ἱδρυθέντα κόμματα δύνανται ἀσφαλῶς νὰ χαρακτηρισθοῦν ΚΕΚ, διότι φέροντα τοὺς χαρακτηρισμοὺς «Ἀγγλικόν», «Γαλλικόν», «Ῥωσσικόν», ἀπετέλεσαν κυριολεκτικῶς «Κράτη ἐν Κράτει», ὡς ἐκπροσωποῦντα τὰς βουλήσεις καὶ τὰ συμφέροντα τῶν τριῶν Ἐγγυητριῶν Δυνάμεων. Πρέπει ὡστόσον νὰ τονισθῇ τὸ ὅτι δὲν ἔλειπε παντελῶς ὁ ἰδεολογικὸς χαρακτήρ αὐτῶν. Τὸ μὲν «Ἀγγλικὸν» Κόμμα, δυνάμεθα νὰ εἴπωμεν ὅτι ἐξεπροσώπει, πέραν τῶν βρετανικῶν συμφερόντων καὶ τὸ πνεῦμα τῆς ἀγγλικῆς πρακτικῆς ἀντιλήψεως τῶν πραγμάτων, τῆς ἰσχύος καὶ ἐν τελευταίᾳ ἀναλύσει, τὸ πνεῦμα τοῦ πρώτου κράτους τὸ ὁποῖον ἀνεγνώρισε τὴν οἰονεὶ κρατικὴν ὑπόστασιν τῶν Ἑλλήνων ἐπαναστατῶν, διὰ τῆς συνάψεως τοῦ σκανδαλωδεστάτου καὶ κατασπαταληθέντος δανείου τοῦ Μαυροκορδάτου, τοῦ ὁποίου ὡστόσον ἡ ἀξία ὑπῆρξε ἐξόχως πολιτικὴ ἢ οἰκονομική. (ὑποσημ. 1.)
Τὸ «Γαλλικὸν», παρ᾿ ὅλην τὴν προσωρινὴν ἐπαναγωγὴν τῆς Γαλλίας εἰς τὸ καθεστὼς τῶν Βουρβώνων, ἐξεπροσώπει καὶ τὸ πνεῦμα τῆς Γαλλικῆς Ἐπαναστάσεως. Τὸ «Ῥωσσικόν» πάλιν, ἢ «Ναπαίικον», ἐξεπροσώπει ἰδεολογικῶς τὸ πνεῦμα τῆς ὀρθοδόξου δυναμικῆς, τῆς νοσταλγίας τοῦ αὐτοκρατορικοῦ παρελθόντος, ὅπερ ἔμελε νὰ διατηρηθῇ ἀκόμη καὶ μετὰ τὴν ἰδεολογικὴν ἐμφάνισιν τοῦ Πανσλαυϊσμοῦ. Ἐξεπροσώπει δέ, ὑπὲρ πᾶν ἄλλον, τὴν ἐλπίδα περὶ μιᾶς συνεχοῦς φιλοστόργου μερίμνης τῆς ὁμοδόξου Ῥωσσίας ἔναντι τοῦ Γένους.
Τὰ πραγματικῶς δυσάρεστα ἐμφανίζονται ἀργότερον, ὅτε συγκροτοῦνται τὰ πρῶτα προσωποπαγῆ Κόμματα, τῶν ὁποίων μετεξέλιξιν ἀποτελοῦν τὰ σήμερον ὑποτιθέμενα «Κόμματα ἀρχῶν».
Ἡ ἰσχὺς τοῦ προσώπου παραμένει κραταιά, ὅταν μέσῳ τοῦ καινοφανοῦς συστήματος τῶν δημοσκοπήσεων, κάποιον Κόμμα φέρεται νὰ διολισθαίνῃ δημοσκοπικῶς, ἐνὼ ὁ ἀρχηγὸς του ὑπερέχει τῶν ἀντιπάλων του.
Εἶναι πραγματικῶς δύσκολον τὸ νὰ ἀνεύρῃ τις ἰδεολογικὸν ὑπόβαθρον εἰς τὰ προσωποπαγὴ Κόμματα. Ὅθεν ὁμιλοῦντες π.χ. περὶ τοῦ Κόμματος τοῦ Τρικούπη ἢ τοῦ Δηλιγιάννη, κατ᾿ οὐσίαν ἐννοοῦμε τὴν προσωπικότητα Τρικούπης ἢ Δηλιγιάννης. Ἐννοοῦμε τὸ Διαχειριστικὸν Πρότυπον τῶν προσώπων αὐτῶν, μετὰ τῶν ἐπιλογῶν των εἰς θέματα ἐκτεινόμενα ἀπὸ τῆς Παιδείας, μέχρι τὰς διεθνεῖς σχέσεις. Τὸ αὐτὸ ἐσυνεχίσθη, ἀσχέτως τοῦ ἂν τὰ ἐπιγενόμενα Κόμματα ἀπέκτησαν ἰδεολογικοφανεῖς ὀνομασίας, ὡς ἐν τῷ Κόμματι τῶν Φιλελευθέρων, ἐν τῷ Λαϊκῷ κ.ο.κ.
Παραδόξως, ἀμιγῆ ἰδεολογικὸν χαρακτῆρα, δυνάμεθα νὰ ἀνεύρωμεν μόνον εἰς Κόμματα ὁλοκληρωτικοῦ χαρακτῆρος, ὡς τὸ Κομμουνιστικόν, ἢ τὸ τοῦ Καθεστῶτος τῆς 4ης Αὐγούστου!
Τὸ δεύτερον μάλιστα, ἐνὼ διατηρεῖ σαφῶς τὸν προσωποπαγὴ χαρακτῆρα του, ἐν τῷ προσώπῳ τοῦ Ἰωάννου Μεταξᾶ, κέκτηται σαφοῦς ἰδεολογικοῦ περιεχομένου, ὡς ἐθνικιστικὸς, μὴ θρησκευτικοκεντρικός , λαϊκιστικὸς, συνεργατικός (ὄχι συνδικαλιστικὸς) καὶ ἀγροτικὸς σχηματισμός. Ἐν ἀντιθέσει πρὸς μεταγενέστερον ὁλοκληρωτικὸν σχῆμα, τὸ ὁποῖον αὐτοπροσδιωρίζετο ὡς κιβωτὸς τὴς Πατρίδος, τῆς Θρησκείας καὶ τῆς Οἰκογενείας, τὸ καθεστὼς τῆς 4ης Αὐγούστου, διηκόνησε τὸ Ἔθνος, τὴν Οἰκογένειαν, τὸν Λαὸν καὶ τὴν ἀγροτοεργατικὴν τάξιν. (Ὑποσημ. 2.)
Τὸ Κόμμα σήμερον προβάλλεται ὡς ἕνας μηχανισμὸς σαφῶς καθεστωτικοῦ χαρακτῆρος, ὁ ὁποῖος δὲν ἀρκεῖται εἰς τὴν ὑπαγόρευσιν τῆς βασικῆς κατευθύνσεως τῶν ἐκτελεστικῶν δομῶν τῆς πολιτείας, ἐφοδιάζον τὴν ἐκτελεστικὴν λειτουργίαν διὰ στελεχῶν, ὁσάκις ἤθελε τοῦτο δυνηθῇ νὰ σχηματίσῃ κυβέρνησιν κατὰ τὰ γνωστά, ἀλλὰ ἐκτείνεται καθ᾿ ἅπαν τὸ τρισυπόστατον αὐτῆς, ἤτοι κατακυριεῦον καὶ τὴν δικαστικήν, ἀλλὰ καὶ τὴν νομοθετικὴν λειτουργίαν.
Ἀκόμη χειρότερον, διὰ τῶν σημερινῶν κομμάτων ἐνσαρκοῦται ὁ φρικωδέστερος ἐφιάλτης τοῦ Μοντεσκιέ, ἤτοι ἡ διαπλοκὴ τῶν τριῶν λειτουργιῶν, διὰ τῆς εἰσπηδήσεως τῶν ἐκτελεστικῶν ὀργάνων ἐν τῷ νομοθετικῷ ἔργει, μέσῳ πλήθους νομικῶν κατασκευασμάτων, ἐκφευγόντων τῆς ἁρμοδιότητος τοῦ κοινοβουλίου. Ἐπίσης διὰ τῆς εἰσπηδήσεως εἰς τὰ τῆς δικαστικῆς λειτουργίας, μέσῳ τῆς ἀναθέσεως δικαστικῶν καθηκόντων εἰς τὸ νομοθετικὸν σῶμα καὶ μάλιστα ἐπὶ θεμάτων ὡς ἡ «εὐθύνη τῶν ὑπουργῶν» καὶ τὰ τοιαῦτα φαλκιδευτικὰ τῆς δημοκρατικῆς ἀντιλήψεως τῆς δωσιδικίας.
Ἀλλὰ καὶ αὐτὴν ταύτην τὴν δικαστικὴν λειτουργίαν ἐμπλέκουν συχνότατα τὰ Κόμματα εἰς τὰ ἐκτελεστικά λειτουργήματα, καλοῦντα δικαστικοὺς λειτουργοὺς νὰ διοικήσουν ἔστω καὶ ὑπηρεσιακῶς ὡς λέγεται. Ἀκόμη χειρότερον, μέσῳ ἑνὸς ἰδεολογήματος, καθ᾿ ᾧ τὸ διοικητικὸν σκέλος τῆς δικαστικῆς λειτουργίας πρέπει νὰ ἐποπτεύεται ὑπὸ τῆς ἐκτελεστικῆς ἐξουσίας, φαλκιδεύεται ἔτι περαιτέρω τὸ δικαιοδοτικὸν καταπίστευμα τῆς Δημοκρατίας.
Οὕτω καὶ συμπερασματικῶς, ἐγκαθιδρύεται ἓν περίεργον πολιτειακὸν μόρφωμα, φέρον μέσῳ τοῦ συστήματος τῶν διαδοχικῶν ὑπαγωγῶν, τὴν μορφὴν ἑνὸς Ὁλοκληρωτικοῦ Λεβιάθαν, ἐνδεδυμένου τὴν τήβεννον τῆς Δημοκρατίας...
Αἱ ὑπαγωγαὶ αὐταὶ φέρουν ὡς ἀπωτάτην δικαιολογητικὴν καὶ ἰδεολογικὴν βάσιν, τὸ ἁπλουστευτικὸν ἰδεολόγημα τῆς ῥιζικῆς προελεύσεως, ἐν τῷ προσώπῳ τοῦ Κόμματος. Κατ᾿ αὐτό, τὰ πάντα ἐκκινοῦν ἐκ τῆς μεγάλης «Γιορτῆς τῆς Δημοκρατίας», ἤτοι τὰς ἐκλογάς. Ἐφ᾿ ὅσον ἡ λαϊκὴ βούλησις (προσοχή! ὄχι ἡ ἐθνική), ἐκφράζεται ἐν τῷ πλειοψηφικῷ πλαισίῳ τῆς ψηφοδοτικῆς ἐτυμηγορίας, αὐτομάτως συγκροτεῖται ἓν σκελετικὸν ὑπόβαθρον, ἐπὶ τοῦ ὁποίου θὰ σαρκωθῇ ἰδεολογικῶς καὶ πρακτικῶς τὸ «δημοκρατικὸν σύστημα». Ἐγκαθισταμένης μιᾶς πεπερασμένης (ὑποτίθεται) χρονοδιαρκείας ἐξουσιαστικοῦ χαρακτῆρος, ἀρχίζει ἕνας κύκλος λειτουργικῶν ὑπαγωγῶν, ὁ ὁποῖος ἐξικνεῖται εἰς τὴν Ὁλοκλήρωσιν, ἐξ οὗ καὶ Ὁλοκληρωτισμός.
Θὰ ἠδύνατο κάποιος βεβαίως νὰ παρατηρήσῃ ὅτι τελικῶς ἡ ἀπόλυτος διακριτότης τῶν ἐξουσιῶν, δὲν εἶναι τὸ Α καὶ τὸ Ω τῆς δημοκρατίας, ἀλλὰ μία ἀφηρημένη καὶ δεοντολογικῶς ἐξηρμένη σύλληψις τοῦ Μοντεσκιέ, πρὸς τὴν ὁποίαν πρέπει νὰ ἀποβλέπωμε, μὴ μελαγχολοῦντες ἂν τοῦτο δὲν ἀπολυτοποιῆται.
Τοῦτο ἔτι μᾶλλον, ἂν ληφθῇ ὑπ᾿ ὄψιν τὸ γεγονὸς ὅτι τὸ ἀρχετυπικὸν τῆς δημοκρατίας μας ὑπόδειγμα, ἤτοι τὸ ἀθηναϊκὸν πολίτευμα, περιελάμβανε βουλευτὰς στρατηγοῦντας καὶ τριηραρχοῦντας, ψηφοφόρους δικάζοντας καὶ δικαστὰς νομοθετοῦντας. Ἐσκεμμένως τάχα παραβλέπουν οἱ ὑποστηρικταὶ τῶν ἀνωτέρω, γεγονότα ὡς τὸ ὅτι τὸ ἀθηναϊκὸν πολίτευμα διελάμβανε θεσμοὺς οἱ ὁποῖοι προκαλοῦν ἀλεργίαν εἰς τοὺς συγχρόνους ἐφαρμοστὰς καὶ ἱεροφάντας τῆς «δημοκρατίας»!
Νὰ ἐνθυμηθῇ κάποιος τὸ ὅτι οἱ συγχέοντες τὰς τρεῖς ἐξουσίας Ἀθηναῖοι ἐπέλεγον ὄχι μόνον τὸ ποῖος θὰ κυβερνήσῃ, ἀλλὰ διὰ τοῦ ἐξοστρακισμοῦ καὶ τὸ ποῖος δὲν πρέπει νὰ ἀπασχολῇ τὸ Ἄστυ διὰ τῆς παρουσίας του καὶ μόνον. Νὰ ἐνθυμηθῇ τὸ γεγονὸς τῆς ὑπάρξεως ἐθνοφυλετικῆς θρησκείας, ἀρρήκτως συνδεδεμένης πρὸς τὸ κράτος, κραταιῶς καὶ ἐπὶ ποινῇ θανάτου ἐρριζωμένης; Νὰ ἐνθυμηθῇ τὸν δημοψηφισματικὸν χαρακτῆρα τοῦ βουλευτικοῦ στοιχείου; Νὰ ἐνθυμηθῇ ὅτι τὸ ἀθηναϊκὸν στράτευμα, δὲν περιωρίζετο εἰς τὸ νὰ ἀντιμετωπίζῃ πυρκαϊὰς καὶ νὰ καταβιβάζῃ γάτας ἀπὸ τὰ δένδρα, ἀλλὰ ἀπετέλει συγκεκροτημένην πολιτικὴν δύναμιν, δεδομένης τῆς ἀρήκτου –τότε- ἰδιότητος τοῦ πολίτου πρὸς τὸν ὁπλίτην. Νὰ ἐνθυμηθῇ τὸ γεγονὸς ὅτι ἓν πλῆθος περιοριστικῶν προϋποθέσεων διεμόρφωνε τὸ σῶμα τῶν ἐκλεκτόρων, οἱ ὁποῖοι ἦσαν συνάμα καὶ βουλευταί, δικασταὶ καὶ ἐκτελεστικοί φορεῖς τῆς κρατικῆς ἰσχύος; Πόσα νὰ ἐνθυμηθῇ κάποιος, χωρὶς νὰ κινδυνεύσῃ νὰ παραθέσῃ τὴν «Ἀθηναίων Πολιτείαν» τοῦ Ἀριστοτέλους, προτοῦ καταλήξει εἰς τὸ θλιβερὸν συμπέρασμα ὅτι ὅλοι ἐκεῖνοι οἱ κομπάζοντες περὶ μιᾶς δῆθεν σχέσεως τοῦ συγχρόνου «δημοκρατικοῦ» μας πολιτεύματος πρὸς τὸ ἀθηναϊκόν...
Κόμματα ὑπῆρχον καὶ τότε βεβαίως, πρᾶγμα τὸ ὁποῖον βοήθησε τὰ μέγιστα εἰς τὸ νὰ περάσῃ ἡ ἀθηναϊκὴ δημοκρατία εἰς τὴν ἱστορίαν...
Ἀρκοῦν ὅμως αἱ μελαγχολικαὶ αὐταὶ ἱστορικαὶ ἀναπολήσεις. Ἂς προσπαθήσωμε νὰ παρακολουθήσωμε τὴν λογικὴν ἐγκαθίδρυσιν τοῦ κομματικοῦ καθεστῶτος ἐν τῷ συγχρόνῳ βίῳ.

Η ΛΟΓΙΚΗ ΑΚΟΛΟΥΘΙΑ.
1. Ὁ Λαὸς εἶναι ὁ μόνος κυρίαρχος.
2. Διὰ νὰ μὴν ἐπέρχεται ὅμως σύγχισις καὶ πολυτεμμαχισμὸς τῶν βουλήσεων τοῦ Λαοῦ, συγκροτοῦνται τὰ Κόμματα, ἐν τοῖς ὁποίοις συμπυκνοῦνται σχηματικῶς καὶ ἰδεολογικῶς αἱ βουλήσεις αὖται.
3. Ὁ Λαὸς ἐκδηλοῖ τὴν βούλησίν του ἅπαξ ἐν τῷ ὁριοθετηθὲντι διαστήματι (π.χ. 4ετία), διὰ τῶν ἐκλογῶν, αἱ ὁποῖαι φέρουν εἰς θέσιν κυριαρχίας, συμβολιζούσης ἀφαιρετικῶς καὶ μεταφυσικῶς τὴν ἰδεατὴν «λαϊκὴν κυριαρχίαν», ἤτοι τὸ Κόμμα.
4. Ἄρα τὰ Κόμματα συνιστοῦν ἰδεολογικὰς κιβωτοὺς τῶν βουλήσεων τοῦ Λαοῦ, ἄρα τὸ κυρίαρχον Κόμμα εἶναι ὁ Λαός, ἐφ᾿ ὅσον ἡ Βούλησις ταυτίζεται πρὸς τὴν Ὕπαρξιν.
5. Κοινωνικὸν τι συμβόλαιον καθορίζει ὅτι ἡ πλειοψηφικὴ Βούλησις ἀποκτᾶ κυρίαρχον χαρακτῆρα, ἀφ᾿ ἧς στιγμῆς δοκιμασθῇ ἐν τῇ καμίνῳ τῆς λαϊκῆς ἐτυμηγορίας.
6. Ἄρα τὸ Κόμμα τὸ ἐκπροσωποῦν τὴν λαϊκὴν βούλησιν, ἡ ὁποία προεκρίθη διὰ τῆς καμίνου τῆς λαϊκῆς ἐτυμηγορίας, αὐθωρεὶ καθίσταται κυρίαρχον τοῦ βουλευτικοῦ συστήματος, ἥτοι τοῦ ὀργάνου ἐν τῷ ὁποίῳ μεταφυσικῶς κατὰ τὸ προσεχὲς διάστημα διατυποῦται ἡ λαϊκὴ βούλησις.
7. Πᾶσα ἐξουσία ἐν τῇ Πολιτείᾳ ἐκπορεύεται ἐκ τοῦ λαοῦ, χάριν δὲ αὐτοῦ ὑφίσταται καὶ λειτουργεῖ. Ἄρα καὶ ἡ Ἐκτελεστικὴ καὶ ἡ Νομοθετικὴ καὶ ἡ Δικαστικὴ Ἐξουσία, ὀφείλουν νὰ κατευθύνωνται καὶ νὰ χειρίζωνται ὑπὸ τοῦ Λαοῦ.
8. Κατὰ τὰς ἀνωτέρω 1 ἔως 7 παραδοχάς, ἐφ᾿ ὅσον τὸ Κόμμα ἐκπροσωπεῖ τὸ πλειοψηφοῦν μέρος τοῦ Λαοῦ, ἄρα δικαιολογεῖται νὰ κυριαρχῇ ἐπὶ τοῦ συνόλου τῶν τριῶν Ἐξουσιῶν-Λειτουργιῶν, δύναται δὲ νὰ ἀνεύρῃ τρόπους «ὀρθολογικωτέρας» ἀλληλεξαρτήσεώς των, προκειμένου ἡ κυριαρχία αὕτη, ἂν δὲν εἶναι ἀπαραίτητον νὰ καταστῇ ἐμφανής, τοὐλάχιστον νὰ εἶναι οὐσιαστική. Ὅθεν τὸ Κόμμα, ὡς μόνος καὶ ἔγκυρος ἐκφραστὴς τοῦ Λαοῦ, δύναται νὰ προβαίνῃ ἐπ᾿ αὐτῶν τῶν ἐξουσιῶν, εἰς τὰς παρεμβάσεις ἐκείνας, αἱ ὁποῖαι εἶναι ἀπαραίτητοι διὰ τὴν τελεσφορωτέραν ὑπηρεσίαν τοῦ Λαοῦ...
Οὕτω τὸ Κόμμα κρατύνεται καὶ ἀποκρατικοποιεῖ τὸ Κράτος ὡς ὄργανον ὑπηρεσίας τοῦ συνόλου λαοῦ, ὑποκαθιστοῦν αὐτὸ καὶ κατακυριεῦον πᾶσαν ἀρχὴν καὶ ἐξουσίαν, καθιστάμενον κατὰ τὰ προλεχθέντα, ΚΕΚ.
Τὰ πράγματα καθίστανται πλέον δυσάρεστα λόγῳ κάποιων παραμέτρων αἱ ὁποῖαι εἶναι κατὰ κανόνα συνυφασμέναι πρὸς τὴν φάσιν ἐκείνην τῆς ὅλης διαδικασίας ἀναδείξεως τοῦ κόμματος ὡς πρώτης δυνάμεως, ἤτοι κατὰ τὰς ἐκλογάς.
Αἱ ἐκλογαὶ ἀποτελοῦν ἓν δαπανηρὸν ἐγχείρημα διὰ τὸ Κόμμα. Εἷς ὁλόκληρος κύκλος ἐργασιῶν καὶ παροχῶν ὑπηρεσιῶν, εἴτε ἐμφανῶν καὶ δεδηλωμένων, εἴτε ἀφανῶν καὶ ἀπορρήτων, τίθεται ἐν ἐνεργείᾳ καθ᾿ ἑκάστην ἐκλογικὴν ἀναμέτρησιν. Τὰ πράγματα θὰ ἦσαν ἁπλᾶ καὶ ὁλιγώτερον δυσάρεστα ἂν ἡ λειτουργικὴ πορεία τοῦ Κόμματος περιελάμβανεν ἓν λογιστικοῦ τύπου ἰσοζύγιον εἰσροῶν δεδηλωμένων πόρων καὶ ἐκταμιεύσεων προερχομένων ἐκ τοῦ βαλαντίου τῶν μελῶν του.
Δυστυχῶς ὅμως ἀπὸ τοῦ Πελοποννησιακοῦ Πολέμου καὶ ἐντεῦθεν, τὸ Κόμμα ἔχει προσλάβει σαφῶς διανεμητικὸν χαρακτῆρα. Μέχρι τότε, ἐν τῇ ἀρχετυπικῇ κατὰ τινας Ἀθηναϊκῇ Πολιτείᾳ, πᾶν ἔσοδον προκύπτον ἐκ πάσης πηγῆς, θεμιτῆς τε καὶ ἀθεμίτου, εἰσέρεεν ἐν τῷ Πρυτανείῳ, ἥτοι ἐν τῷ κρατικῷ θησαυρῷ. Ἦτο ὁ «πρωθυπουργὸς» Κλέων ἐκεῖνος ὅστις τὸ πρῶτον, καταδημαγωγήσας τὸ Ἄστυ, διένειμε πολεμικὰς λείας καὶ λαφυραγωγίας «εἰς τὸν λαόν». Ἔκτοτε, ἀλλοῦ πολύ, ἀλλοῦ ὁλιγώτερον, κρίνεται ὡς ἀσύμφορος ἡ ἀργυρολογία τῶν κομματικῶν μελῶν, πέραν ἴσως μιᾶς στοιχειώδους συνδρομητικῆς προσφορᾶς, ἡ ὁποία σαφῶς δὲν δικαιολογεῖται λογιστικῶς ἔναντι τῶν δαπανῶν καταλήψεως καὶ διατηρήσεως τῆς ἐξουσίας.
Ἐν τῷ σημείῳ αὐτῷ ἐγκαινιάζεται ἴσως τὸ πρῶτον στοιχεῖον ἐγνωσμένης ἀνηθικότητος τοῦ ὅλου συστήματος.
Πέραν τῶν ἀνοήτων ἢ καὶ βλακῶν οἱ ὁποῖοι μοιραίως, δημοκρατικῷ δικαιώματι, συστεγάζονται ἐν τῷ Κόμματι, ἄρα τυγχάνουν ἐλάσσονος καταλογισμοῦ, στελεχοῦν αὐτὸ καὶ τινες φυσιολογικῆς εὐφυΐας ἄνθρωποι, ἐνίοτε καὶ ὑπεράγαν εὐφυεῖς, δυνάμενοι σαφῶς νὰ διαπιστώσουν ἄνευ τινὸς ἐμπεριστατωμένης λογιστικῆς ἐξελέγξεως, ὅτι τὸ Κόμμα των δαπανᾶ ποσά, ἀσυμβάτως μεγάλα, ἔναντι τῶν συνδρομητικῶν εἰσροῶν.
Τοῦτο γίνεται ἀποδεκτὸν καὶ τυγχάνει θεμιτόν. Λυγμοὶ καὶ κατάραι ἐκπέμπονται μόνον ὅτε συλληφθῇ τὸ Κόμμα ἀθεμίτως χρηματιζόμενον.
Ἡ ὀργὴ τῶν μελῶν καὶ πάλιν δὲν ἔχει τὸν χαρακτῆρα τῆς ἀπαξιώσεως τοῦ γεγονότος τοῦ χρηματισμοῦ, ἀλλὰ τῆς λύσσης ἐκ τοῦ γεγονότος τῆς συλλήψεως. Ἡ λύσσα αὕτη δὲν σημαίνει δυσαρέσκειαν καὶ ἠθικὴν ἀπαξίωσιν, δὲν ἀπειλεῖ διαροὴν ἐκ τοῦ «ἀνηθίκου» κόμματος, διότι κατὰ τὸ γνωστὸν σόφισμα, «τὸ σύστημα εἶναι καλόν, οἱ ἄνθρωποι τὸ χαλοῦν»...
Ἡ ὀργὴ ὑψοῦται διότι διὰ τῶν ἀποκαλυπτηρίων ἑνὸς «σκανδάλου», ἀποτρέπονται τὰ ἀσθενοῦς κράσεως μέλη ἀντιπάλων κομμάτων νὰ αὐτομολήσουν, ὥστε ἡ ἰσχὺς τοῦ Κόμματος νὰ καταστῇ πλέον ἔντονος, ἄρα καὶ ἐπιτυχεστέρα ἡ πορεία του εἰς τὸν ἀγῶνα τῆς καταλήψεως ἀρχικῶς τῆς ἐξουσίας καὶ τῆς ἀναμενομένης ἁλώσεως καὶ τοῦ συγκρητισμοῦ τῶν λειτουργιῶν τῆς πολιτείας ἐν τῷ πνεύματι τοῦ Κόμματος.
Πάντα ταῦτα εἶναι κλιμακούμενα κατὰ Κόμμα. Ὑπάρχουν κόμματα καταβάλοντα ἀξιέπαινον προσπάθειαν καταδείξεως ἑνὸς ἠθικοῦ προτύπου χρηστoηθείας καὶ λελογισμένης διαχειριστικῆς ἰκανότητος, προβάλλοντα ἑνίοτε ταῦτα καὶ ἐν τῇ ἐξουσιαστικῇ των πορείᾳ, εἴτε πρακτικῶς, εἴτε ῥηματικῶς.
Ὑπάρχουν κόμματα, ἱδρυθέντα εἰς μνήμην τοῦ Κλέωνος, τὰ ὁποῖα ἔχουν διδακτικὸν χαρακτῆρα καὶ διδάσκουν, διαπαιδαγωγοῦν καὶ ἐξελίσσουν γενεὰς πολιτῶν, ἐν τῷ πνεύματι ὅτι˙ ὑφισταμένης μιᾶς μυστηριώδους δεξαμενῆς πλούτου, δύνανται οὗτοι νὰ ζοῦν, νὰ πλουτίζουν καὶ νὰ ἀπολαμβάνουν, χωρὶς νὰ ἐργάζωνται .
Φρικαλέαι ἰδεοληψίαι ἐγκαθιδρύονται ἐν τῇ λαϊκῇ συνειδήσει, εἰσρέουσαι καὶ ἐν τῷ ἐθνικῷ πνεύματι, διαμορφοῦσαι ἓν φρόνημα ἀνοήτου ὑπεροχῆς καὶ μύθων, τὰ ὁποῖα καθίστανται ἄχρηστα εὐθὺς ὡς ὁ φορεὺς των ἐξέλθῃ τῆς ἐθνικῆς του ἐπικρατείας. Περὶ αὐτῶν ἴσως ἀναφερθῶμεν ἀλλοῦ.

ΑΙ ΣΥΝΕΠΕΙΑΙ.
Αἱ συνέπειαι τῆς ἐγκαθιδρύσεως κομματικοῦ ΚΕΚ εἶναι τρομεραί, δυνάμεθα δὲ νὰ τὰς ἀνιχνεύσωμεν ἐν τῷ ἠθικῷ καὶ ἐν τῷ πρακτικῷ βίῳ.
α΄. Τὸ Κόμμα ὡς ἡθικὸς παιδαγωγός.
Ἀπὸ πολλοῦ χρόνου τὰ κόμματα συνεκρότησαν ὁλοκληρωμένους κώδικας ἠθικῆς, ἑνίοτε καὶ πλήρους φιλοσοφικῆς ἀντιλήψεως, προσεπάθησαν δὲ νὰ καθιερώσουν αὐτοὺς ἐπ᾿ ὠφελείᾳ των πρωτίστως.
Βασικὸν στοιχεῖον ἠθικῆς διδασκαλίας τῶν κομμάτων εἶναι ἡ μὴ διακηρυσσομένη ῥητῶς ἀκόλουθος ἀρχή.
-Ἐφ᾿ ὅσον εἴμεθα πεπεισμένοι ὅτι τὸ κόμμα, δυνάμει τῶν προεκτεθεισῶν αἰτιῶν, συμπυκνοῖ ἐν αὐτῷ τὸ λαϊκὸν δίκαιον, ἐφ᾿ ὅσον οἱ διαχειρισταὶ τοῦ κόμματος καθίστανται οὔτω ἑρμηνευταὶ καὶ καταπιστευματίαι τῆς λαϊκῆς βουλήσεως, ἄρα αἱ χρησιμοποιούμεναι ὑπ᾿ αὐτῶν μέθοδοι τυγχάνουν ἀπαλλαγῆς ἐκ πάσης ἠθικῆς κρίσεως ἢ ἀξιολογήσεως. Ὁμοίως καὶ ὁ ὀπαδὸς δύναται νὰ μιμηθῇ ἠθικῶς αὐτοὺς καὶ τὰς μεθόδους των, βέβαιος ὅτι κινεῖται ἐντὸς ἑνὸς ἐξηρμένου ἠθικῶς πλαισίου, αὐτοῦ τοῦ κομματικοῦ συμφέροντος.
Ἐφ᾿ ὅσον λοιπὸν τὸ Κόμμα ἤθελε προβάλῃ τὰς ἐξειδικευμένας ἠθικὰς διδασκαλίας του, ὁ ὀπαδὸς δύναται νὰ ἀκολουθήσῃ αὐτὰς ἀκόπως, βέβαιος ὢν ὅτι πράττει ἠθικῶς τὸ δέον.
Οὔτω καὶ ἐπὶ συγκεκριμμένων παραδειγμάτων, ἠθικῶς δύνανται νὰ δικαιολογηθοῦν τὰ ἀκόλουθα:
-Κρατικῇ (κομματικῇ) ἐντολῇ, δύνανται διάφορα ἀσφαλιστικὰ ταμεῖα νὰ φιλοξενήσουν ἀνθρώπους οἱ ὁποῖοι οὐδέποτε κατάβαλον τὸ παραμικρὸν ποσὸν ὑπὲρ αὐτῶν.
-Κρατικῇ (κομματικῇ) ἐντολῇ, δύνανται τὰ σύνορα τῆς χώρας νὰ ἀποκτήσουν κάποιαν ἐλαστικότητα, προκειμένου νὰ εἰσέλθουν διάφορα πληθυσμιακὰ στοιχεῖα χρήσιμα εἰς κυριάρχους κοινωνικοοικονομικὰς ἐπιλογὰς εἴτε τοῦ Κόμματος, εἴτε ἄλλων κομμάτων τὰ ὁποῖα προσφέρουν χαλαρὰν ἠθικὴν στήριξιν πρὸς αὐτό.
-Κρατικῇ (κομματικῇ) ἐντολῇ, δύνανται νὰ ῥυθμισθοῦν θέματα τῆς ποιοτικῆς ὑποστάσεως τοῦ Ἔθνους, ὡς ἡ γλῶσσα, ἡ γραφή, τὸ θρήσκευμα, διὰ τρόπου συνάδοντος πρὸς τὰς στρατηγικὰς ἐπιλογάς τοῦ Κόμματος.
-Κρατικῇ (κομματικῇ) ἐντολῇ, δύνανται κατὰ καιροὺς νὰ καθίστανται ἐλαστικαὶ αἱ ἀντιλήψεις περὶ τὸν κρατικὸν ἢ ἰδιωτικὸν χαρακτῆρα σπουδαίων τομέων τῆς ἐθνικῆς οἰκονομίας ἢ τῆς παροχῆς ἐθνικῶν ὑπηρεσιῶν (τράπεζαι, συγκοινωνίαι κλπ.).
-Κρατικῇ (κομματικῇ) ἐντολῇ, δύνανται νὰ χωρισθοῦν οἱ πολίται εἰς κατηγορίας, ἀσχέτους πρὸς τὴν εἰσφορὰν των πρὸς τὰ δημόσια ταμεῖα, ἀλλὰ ὡς πρὸς τὴν ἰδεολογικὴν των ὑπόστασιν. Οὔτω ἔνας πολίτης ὁ ὁποῖος εἶναι συνεπέστατος ἔναντι τῶν ὑποχρεώσεών του, δύναται νὰ θεωρηθῇ ὑποδεέστερος ἄλλου ὁ ὁποῖος δὲν δίδει πεντάραν, ἀλλὰ εἶναι παρῶν «στὰ μετερίζια τῶν λαϊκῶν καὶ ταξικῶν ἀγώνων», διότι ὁ πρῶτος δὲν συμμετέχει εἰς τοὺς ἀγῶνας αὐτούς, προτιμῶν νὰ ἐργάζηται.
-Κρατικῇ (κομματικῇ) ἐντολῇ, δύναται νὰ θεσπισθῇ ἓν ψευδοπλατωνικὸν ἰδεολόγημα ὡς νόμος, καθ᾿ ᾧ τὸ μέλος τοῦ Κοινοβουλίου πρέπει νὰ καθίσταται (ἂν ἤδη δὲν εἶναι), ἄεργον καὶ ἀνεπάγγελτον, προκειμένου -ὑποτίθεται- νὰ διακονήσῃ ἀπερισπάστως τὸ λειτούργημα.
-Κρατικῇ (κομματικῇ) ἐντολῇ, δύνανται πολίτες τινὲς νὰ παραμείνουν μακρὰν τῶν στρατοπέδων καὶ τῶν πλοίων τοῦ Στόλου, χωρὶς τοῦτο νὰ ἀποτελῇ λόγον περιστολῆς τῶν πολιτικῶν των καὶ ὄχι μόνον δικαιωμάτων.
β΄. Τὸ Κόμμα ὡς φορεὺς πρακτικοῦ βίου.
Ἔχων ἤδη ὁ κομματικὸς ὁπαδὸς μορφώσει καὶ ἠθικὸν ὑπόβαθρον, κατὰ τὰς ἀνωτέρω κατευθυντηρίους γραμμάς, τρέπεται καὶ πρὸς τὸν πρακτικὸν βίον, κομίζων τὴν παρακαταθήκην ταύτην καθ᾿ ὅλον τὸ εὗρος τοῦ βίου αὐτοῦ.
Οὔτω καὶ ἐπὶ συγκεκριμμένων παραδειγμάτων, πρακτικῶς δύνανται νὰ δικαιολογηθοῦν τὰ ἀκόλουθα:
-Κρατικῇ (κομματικῇ) ἠθικῇ, δύναταί τις ἐν τῷ προσωπικῷ του βίῳ νὰ διαιρῇ τοὺς συνανθρώπους του ἐπὶ τῇ βάσει τῆς κομματικῆς αὐτῶν ὑποστάσεως. Τοῦτο δύναται νὰ ἐπιφέρῃ διαστάσεις ἀκόμη καὶ ἐν τῷ οἰκογενειακῷ χώρῳ.
-Κρατικῇ (κομματικῇ) ἠθικῇ, δύναταί τις νὰ ἔχῃ ἐνισχυμένην πρόσβασιν εἰς ἀγαθὰ παρεχόμενα ἐκ τοῦ κομματικοῦ κράτους, χωρὶς νὰ ἔχῃ καταβάλει τὰ ἀντίστοιχα τιμήματα.
-Κρατικῇ (κομματικῇ) ἠθικῇ, δύναταί τις νὰ ἔχῃ ἀσυλίας τινὰς ἔναντι τῆς δικαστικῆς ἐξουσίας, ὡς αὕτη προβάλλεται δυναμικῶς διὰ τῆς εἰσαγγελικῆς λαβίδος.
-Κρατικῇ (κομματικῇ) ἠθικῇ, δύναταί τις νὰ ἀπολαύσῃ ἀκόμη καὶ τῆς τιμῆς τοῦ νὰ καταστῇ ἀντικείμενον προσωπικῆς νομοθετικῆς ῥυθμίσεως, προαγούσης τὰ συμφέροντά του.
γ΄. Ἡ κομματικὴ «ἀνθρωπολογία».
Τὸ ΚΕΚ κόμμα ἔχει τοὺς ἀνθρώπους του, οἱ ὁποῖοι δύνανται νὰ καθωρισθοῦν χαρακτηρολογικῶς, λειτουργικῶς καὶ διαταξικῶς, δεδομένης τῆς ὑπερταξικῆς καὶ διαταξικῆς πλέον συστάσεως τῶν συγχρόνων κομμάτων.
Βεβαίως ἀκόμη καὶ σήμερον ὑφίστανται κόμματα διακηρύσσοντα ἑαυτὰ ὡς φορεῖς τῶν συμφερόντων τῶν «μὴ προνομιούχων», «τοῦ λαοῦ», τῶν «ἐργαζομένων», ἀφήνοντα τοὺς τεμπέληδες καὶ τοὺς ἀέργους εἰς ...τὸ ἔλεος τῶν ἄλλων κομμάτων! Κόμματα «πατριωτικά», κόμματα ὑπερασπιζόμενα τὴν μέχρι πρὸ τινος ἐπίσημον θρησκείαν τοῦ κράτους, κόμματα διακηρύσσοντα τὴν ἀπόδοσιν τῆς «Ἑλλάδας στοὺς Ἕλληνες» κ.ο.κ. Κατὰ κανόνα, εὐθὺς ὡς καταληφθῇ ἡ ἐξουσία, ὅλαι αὐταὶ αἱ ἐξειδικεύσεις «πᾶνε περίπατον», κραυγαζόντων τῶν νέων κυβερνητῶν ὅτι θέλουσι καταστῇ οὗτοι, ...«κυβέρνηση ὅλων τῶν Ἑλλήνων».

ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ ΠΡΟΣΕΧΩΣ

(Ὑποσημ. 1.)
Διὰ νὰ εἴμεθα δίκαιοι ἔναντι τῆς ἱστορίας, τῆς Μεγ. Βρετανίας προηγήθησαν ἐν τῇ ἀναγνωρίσει τῶν ἐπαναστατῶν προγόνων μας, δύο ἄλλαι «περίεργοι» κρατικαὶ ὀντότητες. Ἡ Ἁιτὴ τοῦ προέδρου Μπουαγιὲ καὶ τὸ ἤδη κατηργημένον ὑπὸ τοῦ Βοναπάρτου Κυρίαρχον Στρατιωτικὸν Τάγμα τῶν Ἱπποτῶν τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τῆς Μάλτας, ἢ τῶν Ὁσπιταλιέρων. Βεβαίως ἡ σημασία τῶν ἀναγνωρίσεων αὐτῶν, τόσον τῆς ἀσταθοῦς Καριβικῆς Ἁιτινῆς Δημοκρατίας, ὅσον καὶ τῶν πλανωμένων καὶ φερεοίκων Ἱπποτῶν τῆς Μάλτας, δὲν δύναται πρακτικῶς νὰ συγκριθῇ πρὸς τὸ βρετανικὸν δάνειον τοῦ Μαυροκορδάτου...
(Ὑποσημ. 2.)
Νὰ θεωρηθῇ τυχαῖον τὸ γεγονός, ὅτι ὁ Ἰ.Μ. ὑπῆρξεν ὁ πρῶτος δεδηλωμένως καὶ ἀδιαμφισβητήτως ἐλευθεροτέκτων «πρωθυπουργὸς» τῆς χώρας καὶ μάλιστα ὄχι ἐξ ἐκείνων τῶν κατὰ καιροὺς ἐν νοσηρᾷ φιλοπεριεργότητι παρελαυνόντων ἐκ διαφόρων τεκτονικῶν στοῶν, ἀλλὰ τακτικὸν μέλος τῆς στοᾶς τῶν στρατιωτικῶν «Ἡσίοδος», τῆς ὁποίας διετέλεσε καὶ πρόεδρος κατὰ τὴν δεκαετίαν τοῦ 1920. Ἀξιοσημείωτον εἶναι ἐπίσης τὸ γεγονὸς τῆς παραλλήλου τότε βασιλείας, τοῦ μόνου ἐπίσης δεδηλωμένως Ἕλληνος τέκτονος μονάρχου, τοῦ Γεωργίου τοῦ β΄, ὅστις ἐπίσης διετέλεσε πρόεδρος τῆς βρετανικῆς στοᾶς «Walwood».
(Ὑποσημ. 2.)
Τοῦτο τὸ φαινόμενον παρετηρήθη τὸ πρῶτον ἐν τῇ χώρᾳ μας περὶ τὸ 1981, ὅτε δυνάμει τῶν δαψιλῶν οἰκονομικῶν παροχῶν τῶν «κουτοφράγκων», ἐπετράπη εἰς τὸ κυρίαρχον κομματικὸν τότε (καὶ σήμερον) κράτος, να ἐγκαθιδρύσῃ σθεναρῶς τὴν ἀντίληψιν μιᾶς δυνατότητος τοῦ «λαοῦ», νὰ καλοπερνᾶ καὶ νὰ σιτίζηται ἀέργως. Μὴν ἀδικῶμεν ὅμως τὸ ἐν λόγῳ «Κίνημα». Εἶναι βαθέως ἐριζωμένη ἡ ἀντίληψις παρὰ τοῖς Νεοέλλησιν ὅτι οὗτοι συνιστοῦν ἰδιαίτερον, προνομιοῦχον λαόν, ἔχοντα ἀνοικτὰς μόνον πιστώσεις ἔναντι τῶν ἄλλων. Οὗτοι μόνον ἔχουν ἀντίληψιν τῆς ἐννοίας «φιλότιμον». Οὗτοι μόνον ἔχουν «λεβεντιάν». Οὗτοι μόνον «κατέβασαν ἀπὸ τὰ δένδρα» καὶ «ἐξήγαγον ἐκ τῶν σπηλαίων» τοὺς λοιποὺς συνανθρώπους των. Οὗτοι μόνον διαθέτουν «ἄνδρας» γνησίους, ἕνεκεν τῶν ὁποίων χιλιάδες πεινασμένων ἐρωτικῶς τουριστριῶν καταφεύγουν ἐτησίως εἰς τὴν πατρίδα τῆς λεβεντιᾶς, τοῦ ἀνδρισμοῦ καὶ τῆς ἀρρενοπότητος... Λογικὸν εἶναι ἐπὶ τοιούτου ἐδάφους νὰ ἀνθίσῃ τὸ δυσῶδες ἄνθος τοῦ κομματικοῦ λαϊκισμοῦ τοῦ 1981...

1 σχόλιο:

Ανώνυμος είπε...

ΚΑΛΟ ΚΑΙ ΕΞΥΠΝΟ. ΚΑΠΟΙΑ ΠΡΑΓΜΑΤΑ ΘΑ ΤΑ ΣΥΖΗΤΗΣΟΥΜΕ ΟΜΩΣ ΜΟΝΟΝ ΑΠΟ ΚΟΝΤΑ...
Χ.