Πέμπτη 21 Οκτωβρίου 2021

Τὰ Ἀπόβλητα

Ἀπόβλητον εἶναι τὸ ὑποπροϊὸν μιᾶς διεργασίας - ἐπεξεργασίας κάποιου πρωτογενοῦς ὑλικοῦ, διὰ τὸ ὁποῖον τόσον ἡ κοινὴ λογική, ὅσον καὶ ἕνα γενικευμένον συναίσθημα ἀδυνατοῦν νὰ ἐξεύρουν κάποιαν περαιτέρω χρησιμότητα. Ὅπως συμβαίνῃ εἰς τοὺς βιολογικοὺς ὀργανισμούς, οἱ ὁποῖοι παράγουν ἀπόβλητα ὡς τελικὸν ἀποτέλεσμα τῆς πεπτικῆς των λειτουργίας, οὕτω καὶ ἡ κοινωνία δικαιοῦται νὰ παράγῃ ἀπόβλητα. Τοῦτο πέραν πάσης ἀξιολογικοῦ χαρακτῆρος κριτικῆς διὰ τὴν κοινωνίαν, ἀλλ᾿ ὡς μιὰ ἁπλῆ παραδοχή τῆς ὑφισταμένης πραγματικότητος. Φράσεις «ἀνθρωπιστικῆς» πλειοδοσίας τοῦ τύπου «κανεὶς δὲν περισσεύει», «ὅλοι εἴμαστε ἴσοι» καὶ τὰ λοιπὰ εὔπεπτα, μᾶλλον ἔχουσι τοσαύτην πρακτικὴν κοινωνικὴν ἀξίαν, ὅσην καὶ τὰ λαμπιόνια ἑνὸς χριστουγεννιάτικου δένδρου διὰ τὸν φωτισμὸν ἑνὸς κρεωπωλείου. Δὲν εἶναι κακὸν μιὰ κοινωνία νὰ ἔχῃ ἀπόβλητα, ὅσον κι ἄν κόπτωνται ὑπὲρ αὐτῶν διάφοροί -ὄχι πάντοτε εὐκρινοῦς «ἀνθρωπισμοῦ»-, «εὐαίσθητοι» ἤ ὅπως ἀλλοιῶς τοὺς λέγουν. Κακὸν εἶναι τὸ νὰ ἔχῃ μεταμορφωθῇ μιὰ ὁλόκληρος κοινωνία εἰς ἀπόβλητον, ὁπότε ἀντιλαμβάνεται ὁ καθεὶς εὐκόλως ὅτι τὰ ἀπόβλητα μιᾶς τέτοιας κοινωνίας ἀποβλήτων ἀποτελοῦν τὰς ...εὐγενεστέρας ἐκφάνσεις τῆς ἀνθρωπότητος. Ὁ ἀριστοκρατισμός εἶναι ἡ τάσις προσώπων τὰ ὁποῖα ἐπιθυμοῦν τὴν ἀναστροφὴν τοῦ κανόνος τοῦ 11ου Ψαλμοῦ «κύκλῳ οἱ ἀσεβεῖς περιπατοῦσι», διεκδικούντων τὸ δικαίωμα ὅπως συμπήξουν μιὰν δικὴν των «κοινωνίαν» -φανερὰν ἤ μυστικήν-, προκειμένου νὰ καλλιεργήσουν τὰς κοινὰς των ἀρετὰς, ἀλληλοαναγνωριζόμενοι ὡς ἐνάρετοι. Τοῦτο εἶναι λογικὸν καὶ προσδοκώμενον νὰ ἐρεθίζῃ κάθε «δημοκρατικοῦ» φρονήματος ἄνθρωπον, ὅστις δὲν μπορεῖ νὰ ἀνεχθῇ τὸ δικαίωμα τοῦ «συνεταιρίζεσθαι» κάποιων ἐναρέτων ἀνθρώπων, διὰ τῆς ἰδίας ἀνοχῆς καθ᾿ ἥν ἀνέχεται πᾶσαν συσσωμάτωσιν διαφόρων παλιοτομάρων, καναγιῶν καὶ σιχαμάτων, ὑπὸ τὴν μορφὴν διαφόρων ἐγκληματικῆς στοχεύσεως ὀργανισμῶν, π.χ. κομμάτων, συνδικάτων, παρα(μη)κυβερνητικῶν συμμοριῶν καὶ τὰ συναφῆ. Τὸ μέγα πρόβλημα διὰ τὸν ἀριστοκρατισμὸν εἶναι, -ἤδη ἀπὸ τῆς ἐποχῆς τοῦ ὀχλοκρατικοῦ ἐμπρησμοῦ τοῦ Ὁμακοείου τῶν ἀριστοκρατικῶν Πυθαγορείων-, ἡ διαχρονικῶς ἐπιδεικνυομένη νοσηρὰ ὑπεροψία, ἡ εὐκόλως μετατρεπομένη εἰς ἀδιάφορον ἀδράνειαν, ἔμπροσθεν τῆς μονίμου ἀπειλῆς τῶν λογῆς βρωμερῶν κοινωνικῶν ἀποβλήτων καὶ τῶν καθαρμάτων τοῦ ὄχλου. Τὴν παθητικότητα ταύτην τῶν ἀρίστων θεωρῶ ὡς τὸ μέγιστον κοινωνικὸν ἁμάρτημα. Ἐπειδὴ ἕνας ἀριστοκράτης ἔχει κάθε ἠθικὸν δικαίωμα νὰ στρέψῃ τὴν πλάτην του εἰς ἕνα ὑποκοσμικὸν κάθαρμα ποὺ τοῦ ἔριξε μιὰν ῥοχάλαν, μιὰ ὁμὰς ὅμως ἀριστοκρατῶν δὲν δικαιοῦται νὰ καγχάζῃ ἀπλῶς εἰρωνικῶς ἔμπροσθεν μιᾶς διογκουμένης ἀπειλῆς καθαρμάτων. Διότι πράττουσα οὐδέν, αὐτοαναιρεῖται ὡς τοιαύτη. 
Η ΕΙΚΩΝ: Φραγκῖσκος Γκόυα, «Ἡ κηδεία τῆς σαρδέλλας».


Δεν υπάρχουν σχόλια: