Τοῦ φθινοπωρινοῦ Μαΐου ἡ Ὕδρα, σὲ γελᾷ.
Τὴν χαιρετᾶς νομίζοντας γιὰ πάντα,
Ἐκεῖ ποὺ νομίζεις πὼς θωρεῖς,
τὰ γνώριμα τὰ βράχια της μὲ τὰ κρυφὰ νοήματα
καὶ τοὺς προσωπικοὺς συμβολισμούς,
γιὰ ἔσχατη φορά.
Μὲ μιὰ γαλάζιαν ἀποπλάνησι, μέσ᾿ ἀπ᾿ ἀσβέστες λερωμένους,
Μέσ᾿ ἀπὸ θάμνους κι ἀφάνες αὐχμηρές,
ὀρθώνει λόγο μιᾶς δελφικῆς παρηγορίας:
-Ἐδῷ θὰ ἔρθῃς πάλι.
(Ἀκόμη κι ἂν σὲ φέρουν)...
Ἐκεῖ ποὺ νομίζεις πὼς θωρεῖς,
τὰ γνώριμα τὰ βράχια της μὲ τὰ κρυφὰ νοήματα
καὶ τοὺς προσωπικοὺς συμβολισμούς,
γιὰ ἔσχατη φορά.
Μὲ μιὰ γαλάζιαν ἀποπλάνησι, μέσ᾿ ἀπ᾿ ἀσβέστες λερωμένους,
Μέσ᾿ ἀπὸ θάμνους κι ἀφάνες αὐχμηρές,
ὀρθώνει λόγο μιᾶς δελφικῆς παρηγορίας:
-Ἐδῷ θὰ ἔρθῃς πάλι.
(Ἀκόμη κι ἂν σὲ φέρουν)...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου