Σὲ μιὰ πορεία δύσκολη,
Ἐπάνω σὲ λιθόστρωτα παλιά, ὀλισθηρά,
Μὲ ξῦλα βαρειὰ στὴν πλάτη φορτωμένοι,
Δὲν συλλογιόμαστε προδότες κι ἀρνητές.
Τὰ μάτια μας χάμου καρφωμένα,
Μετροῦνε χαρτομάντηλα ῥιγμένα.
Μετροῦνε χαρτομάντηλα ποὺ σκούπισαν γιὰ μᾶς,
Χέρια ποὺ πλύθηκαν κάπως βιαστικά,
Χέρια ὡραῖα, καθαρά,
βρεγμένα πάλι καὶ πάλι στεγνωμένα.
Κι ὅπως στεγνώνουνε τὰ χέρια κεῖνα τ᾿ ἁπαλά,
Στεγνώνουν καὶ τὰ δάκρυα σὲ μάτι᾿ ἀμάθητα νὰ κλαῖνε.
Σὲ μάτια ψεύτικα, σχεδὸν θὰ τἄλεγες νεκρά.
Μάτια νεκρὰ ὅταν τὰ βλέπῃς ζωντανά,
Πῶς ζωντανεύουν, Δές!
Στῆς ψεύτικης ζωῆς τὰ εἰκονοστάσια,
Σὲ δόλια κάτοπτρα ποζάρουνε στημένα,
Μ᾿ αυτὸ ποὺ βλέπουνε μπροστὰ τους μαγεμένα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου