Τοὺς
ἐθαυμάσαμε καὶ τοὺς ὑψώσαμεν εἰς τὸ φυλετικὸν μας ἐγρηγορὸς ὡς γίγαντας τρανοὺς
καὶ σμερδαλέους.
Τοὺς
Ἀχαιοὺς προγόνους μας καὶ πορθητὰς τῆς Τροίας, τοὺς πολεμιστὰς τοῦ Μαραθῶνος,
τοὺς Ἑλληνορωμαίους αὐτοκρατορικοὺς πολεμιστὰς των ἀκριτικῶν θεμάτων. Τοὺς ἐπαναστάτας
τοῦ 21. Τοὺς Βαλκανομάχους τοῦ 12-13. Τοὺς «Μυρίους» τοῦ 1919-1922. Τοὺς
πολεμιστὰς τοῦ Βορειοηπειρωτικοῦ Πολέμου 1940-41.
Θεόρατοι
καὶ ὁλιγοστοὶ πάντοτε πρὸ τῶν πολλῶν!
Τὰ
ὅπλα των -ἐνομίζαμεν- ὅτι ἐμαρτύρουν καὶ τὸ δέμας των.
Τεράστια
δόρατα καὶ τεράστιαι βαρεῖαι ἀσπίδες (τὰ hόπλα κυριολεκτικῶς). Τεράστιοι καὶ
βαρεῖς κεφαλοθραῦσται (ἀπελατίκια). Τεράστιαι κυρταὶ σπάθαι (πάλαι καὶ
γιαταγάνια). Τεράστια μουσκέτα καὶ
καρυοφίλια. Ἀργότερον τεράστια τουφέκια (Γκράδες, ἔπειτα μάνλιχερ).
Ὅμως,
πόσον μᾶς ἀπεγοήτευσεν ἡ ἀλήθεια! Οἱ φέροντες τοιαῦτα ὅπλα δὲν ἦσαν
τεράστιοι...
Ὅτε
ἤνοιξαν οἱ μυκηναϊκοὶ τάφοι, ὅτε ἤνοιξαν οἱ τύμβοι τῶν Μαραθωνομάχων, ὅτε ἐφανερώθησαν
τὰ τιμημένα σκέλεθρα, πόση ἀπογοήτευσις! Βραχύσωμοι πολεμισταί, σπιθαμιαῖοι.
Καὶ
᾿κεῖνα τ᾿ ἅρματα τοῦ Γέρου τοῦ Μοργιᾶ εἰς τὴν Παλαιὰν Βουλήν. Μικρά, μαζεμένα
σχεδὸν παιδικά. Ὁ μικρὸς του θώραξ μὲ τὰ μικρὰ κιουστέκια του. Τὸ γελεκάκι του.
Κ᾿ ἡ περικεφαλαία του ἡ ἐγγλέζικη, γιὰ κεφαλάκι παιδικόν.
Κι᾿ ὁ Καραϊσκάκης, ἕνας κοντοπίθαρος.
Καὶ
᾿κεῖναι αἱ φωτογραφίαι ἐκ τῶν Βαλκανικῶν Πολέμων καὶ ἀπ᾿ τὴν Μικρασίαν. Εὔζωνοι
καὶ ὁπλῖται μὲ τὸ μάνλιχερ παρὰ πόδας νὰ φθάνῃ ὡς τὸ στῆθος των. Ἂν ἔχῃ καὶ τὴν
βαϋονέταν περασμένην, μέχρι τὴν κεφαλὴν των.
Μικροί,
κατζιασμένοι, λειψοί ἦσαν ἐκεῖνοι ποὺ ἔσυραν μὲ τὸ σθένος των ἕνα οὐτιδανόν,
μίζερον, πάντοτε καταχρεωμένον βασίλειον, ἐκ τῶν ἀθλίων του ὁρίων εἰς τὰ ἔσχατα
τῶν δυνατοτήτων τῆς Φυλῆς μας.
Αὐτοὶ
ἐξήρχοντο εἰς τοὺς δρόμους διαδηλοῦντες καὶ ἀπαιτοῦντες ὑπὸ τῶν πολιτικῶν καὶ τῶν
βασιλέων των, πόλεμον, δρᾶσιν, ἐπέκτασιν, κοῦρσος, ἐδάφη, δόξαν. Τοὺς ἀπεκάλεσαν
οἱ τρανοὶ τοῦ κόσμου «τραμπούκους τῶν Βαλκανίων». Ἀνέφλεγον ταὐτοχρόνως δεκάδες
μέτωπα, ἀπὸ τὴν Κρήτην ὡς τὴν Ἤπειρον καὶ τὴν Μακεδονίαν. Μετὰ ἀπὸ κάθε ἥτταν ἐγένοντο
ἀγριώτεροι καὶ ἐκδικητικότεροι. Ἡ ἀλάστωρ χεὶρ των ἔτοιμη νὰ ἁρπάξῃ τὸ τουφέκι
νὰ σύρῃ τὸ ξῖφος. Μετὰ πᾶσαν νίκην, ἡ πείνα των ἐθέριευε περισσότερον διὰ νέας
δόξας καὶ νέα σεφέρια.
Τώρα
εἰς τὰς παρελάσεις πληροῦται ὁ ὀφθαλμὸς μας ἐκ τοῦ μεγέθους τῶν σωμάτων. Νέοι
καὶ νέαι πανύψηλοι καὶ σαραντάπηχοι. Σὰν Φιλλανδοί!
Δὲν λέγω
τίποτε ὅμως περισσότερον. Κρατῶ κάποιας μου σκέψεις μυστικάς.
Ἀλλ᾿ ὄχι καὶ χαρμοσύνους...
1 σχόλιο:
Δημοσίευση σχολίου