Οἱ «Πνευ(β)ματικοὶ Ἄνθρωποι».
Πρόσωπα συνήθως τεραστίου καὶ νοσηροῦ ἐγωισμοῦ, τὰ ὁποῖα ἔχουν ἐπιτύχει μετὰ πολλῶν προσπαθειῶν καὶ πλείστων ὑποχωρήσεων νὰ ἀλληλοανακηρυχθῶσιν ὡς «πνευ(β)ματικοὶ ἄνθρωποι».
Ἀρέσκονται νὰ ταλαιπωροῦν τοὺς λοιποὺς ἀνθρώπους, -τοὺς μὴ πνευματικούς-, ἐκτυποῦντες ἐπὶ χάρτου ἢ ἄλλως πως (κυρίως) τὰς ἀνακατειργασμένας σκέψεις, εἰκόνας, μουσικὰς κλπ. παλαιοτέρων πνευματικῶν ἀνθρώπων, ἑνίοτε χρησιμοποιοῦντες διαφορετικὰ καρυκεύματα.
Οἱ ἐξ αὐτῶν εὐφυέστεροι, ἔχουσι τὸ χάρισμα μάλιστα, εἴτε νὰ δίδωσι μιὰν ἐντελῶς «προσωπικὴν νόταν» εἰς τὰ κλοπιμαῖα των, εἴτε καὶ νὰ παρουσιάζουν ὄντως δικὰς των κοινοτυπίας ὡς ὑπέροχα μνημεῖα πνεύματος ἢ ἑρμηνείας, μέσῳ τοῦ τεραστίου θαυμασμοῦ καὶ τῶν διθυράμβων ἄλλων «πνευ(β)ματικῶν ἀνθρώπων» καὶ τῶν λογῆς διακόνων τῶν μέσων μαζικῆς ἀποκαρώσεως καὶ τῆς μάστιγος τοῦ πολιτισμοῦ, τῶν κριτικῶν.
Ἄλλοι ἐξ ἡμῶν -τῶν «ἄνευ πνεύματος»- ταλαιπωροῦνται συνήθως ἀσχολούμενοι μὲ τὰ ἔργα καὶ τὰς ἡμέρας τῶν «πνευ(β)ματικῶν ἀνθρώπων», προκειμένου νὰ σχηματίσωσι κάποιαν ἄποψιν περὶ τοῦ πνευματικοῦ των μεγαλείου.
Ἄλλοι -ὡς ἐγώ- κάμνομεν ὑπομονήν, διότι γνωρίζομεν ὅτι οἱ «πνευ(β)ματικοὶ ἄνθρωποι» κατὰ καιροὺς καταλαμβάνονται ὑπὸ ἑνὸς μυστηριώδους πυρετοῦ, κάτι ὡς ὁ ἀρχέγονος ἐκεῖνος οἶστρος τῶν ἀγελαίων βοοειδῶν τῆς Ἀφρικῆς, τὰ ὁποῖα αἰφνιδίως συγκαλπάζωσι ἄνευ ἀποχρώσης αἰτίας.
Οὔτω λοιπὸν καὶ οἱ «πνευ(β)ματικοὶ ἄνθρωποι» συσπειρούμενοι αἰφνιδίως, συνυπογράφουσι διάφορα κείμενα, εἰς τὰ ὁποῖα δίδουσι μεγαλοπρεπέστατα ὀνόματα ὡς, «διακήρυξη», «μανιφέστο», «κείμενο στήριξης», «καταγγελία», «προνουτσιαμέντο» (ὅταν ἀγριεύωσιν ὑπεράγαν) κλπ...
Ἡμεῖς λοιπόν, ἀντὶ νὰ φθειρώμεθα ταλαιπωρούμενοι ὑπὸ τοῦ οἱουδήποτε προϊόντος τῶν «πνευ(β)ματικῶν ἀνθρώπων» ὑπομονετικῶς περιμένομεν τὴν ἱερᾶν -βεβαίαν- στιγμήν, καθ᾿ ἣν οὗτοι ὀμονοοῦντες καὶ ἐν συναγυρμῷ, καταδεικνύουσιν ὁμαδὸν τὴν ἀνοησίαν των καὶ -κυρίως- τὴν κενότητά των, συνυπογράφοντες κάποιον φληνάφημα.
Ὑπομονετικῶς ἀναμένομεν, ὡς μοναχικοὶ παρατηρηταὶ εἰς κάποιον βράχον ὑπερκείμενον τῆς θαλάσσης, πρὸ τοῦ ὁποίου ἔχουσι συμβεῖ τρομερὰ ναυάγια.
Τὶ ἀναμένομεν;
Μὰ τὶ ἄλλον; Τὰ τεμμάχια τῆς πίσσης, τοῦ κατραμίου, τὰ ὁποῖα -χαρωπὰ- θὰ ἐκπηδήσωσιν ὁμοχρόνως ἐκ τοῦ μαζοὺτ τῶν ναυαγίων.
Πρόσωπα συνήθως τεραστίου καὶ νοσηροῦ ἐγωισμοῦ, τὰ ὁποῖα ἔχουν ἐπιτύχει μετὰ πολλῶν προσπαθειῶν καὶ πλείστων ὑποχωρήσεων νὰ ἀλληλοανακηρυχθῶσιν ὡς «πνευ(β)ματικοὶ ἄνθρωποι».
Ἀρέσκονται νὰ ταλαιπωροῦν τοὺς λοιποὺς ἀνθρώπους, -τοὺς μὴ πνευματικούς-, ἐκτυποῦντες ἐπὶ χάρτου ἢ ἄλλως πως (κυρίως) τὰς ἀνακατειργασμένας σκέψεις, εἰκόνας, μουσικὰς κλπ. παλαιοτέρων πνευματικῶν ἀνθρώπων, ἑνίοτε χρησιμοποιοῦντες διαφορετικὰ καρυκεύματα.
Οἱ ἐξ αὐτῶν εὐφυέστεροι, ἔχουσι τὸ χάρισμα μάλιστα, εἴτε νὰ δίδωσι μιὰν ἐντελῶς «προσωπικὴν νόταν» εἰς τὰ κλοπιμαῖα των, εἴτε καὶ νὰ παρουσιάζουν ὄντως δικὰς των κοινοτυπίας ὡς ὑπέροχα μνημεῖα πνεύματος ἢ ἑρμηνείας, μέσῳ τοῦ τεραστίου θαυμασμοῦ καὶ τῶν διθυράμβων ἄλλων «πνευ(β)ματικῶν ἀνθρώπων» καὶ τῶν λογῆς διακόνων τῶν μέσων μαζικῆς ἀποκαρώσεως καὶ τῆς μάστιγος τοῦ πολιτισμοῦ, τῶν κριτικῶν.
Ἄλλοι ἐξ ἡμῶν -τῶν «ἄνευ πνεύματος»- ταλαιπωροῦνται συνήθως ἀσχολούμενοι μὲ τὰ ἔργα καὶ τὰς ἡμέρας τῶν «πνευ(β)ματικῶν ἀνθρώπων», προκειμένου νὰ σχηματίσωσι κάποιαν ἄποψιν περὶ τοῦ πνευματικοῦ των μεγαλείου.
Ἄλλοι -ὡς ἐγώ- κάμνομεν ὑπομονήν, διότι γνωρίζομεν ὅτι οἱ «πνευ(β)ματικοὶ ἄνθρωποι» κατὰ καιροὺς καταλαμβάνονται ὑπὸ ἑνὸς μυστηριώδους πυρετοῦ, κάτι ὡς ὁ ἀρχέγονος ἐκεῖνος οἶστρος τῶν ἀγελαίων βοοειδῶν τῆς Ἀφρικῆς, τὰ ὁποῖα αἰφνιδίως συγκαλπάζωσι ἄνευ ἀποχρώσης αἰτίας.
Οὔτω λοιπὸν καὶ οἱ «πνευ(β)ματικοὶ ἄνθρωποι» συσπειρούμενοι αἰφνιδίως, συνυπογράφουσι διάφορα κείμενα, εἰς τὰ ὁποῖα δίδουσι μεγαλοπρεπέστατα ὀνόματα ὡς, «διακήρυξη», «μανιφέστο», «κείμενο στήριξης», «καταγγελία», «προνουτσιαμέντο» (ὅταν ἀγριεύωσιν ὑπεράγαν) κλπ...
Ἡμεῖς λοιπόν, ἀντὶ νὰ φθειρώμεθα ταλαιπωρούμενοι ὑπὸ τοῦ οἱουδήποτε προϊόντος τῶν «πνευ(β)ματικῶν ἀνθρώπων» ὑπομονετικῶς περιμένομεν τὴν ἱερᾶν -βεβαίαν- στιγμήν, καθ᾿ ἣν οὗτοι ὀμονοοῦντες καὶ ἐν συναγυρμῷ, καταδεικνύουσιν ὁμαδὸν τὴν ἀνοησίαν των καὶ -κυρίως- τὴν κενότητά των, συνυπογράφοντες κάποιον φληνάφημα.
Ὑπομονετικῶς ἀναμένομεν, ὡς μοναχικοὶ παρατηρηταὶ εἰς κάποιον βράχον ὑπερκείμενον τῆς θαλάσσης, πρὸ τοῦ ὁποίου ἔχουσι συμβεῖ τρομερὰ ναυάγια.
Τὶ ἀναμένομεν;
Μὰ τὶ ἄλλον; Τὰ τεμμάχια τῆς πίσσης, τοῦ κατραμίου, τὰ ὁποῖα -χαρωπὰ- θὰ ἐκπηδήσωσιν ὁμοχρόνως ἐκ τοῦ μαζοὺτ τῶν ναυαγίων.
1 σχόλιο:
Τα σπας μιλάμε Friendly Κρέηζι Boy!
Δημοσίευση σχολίου