Ὡς
χαμέρπειαν ὀφείλομε νὰ ὁρίσωμε πᾶσαν πρᾶξιν γενομένην ὑπὸ τινος ἐπὶ σκοπῷ
κέρδους ἢ ἄλλης ὡφελείας, συνοδευομένην ὑπὸ συμπεριφορῶν ἐχουσῶν χαρακτηριστικὰ
ἐγέρσεως συμπαθείας, οἴκτου, ἐλπίδος πρὸς τρίτον, ὑποσχέσεων καὶ τὸ χείριστον
ὅλων, τὸ πλέον ἀηδές: Χαμέρπειαν συνιστᾷ ἡ παραπειστικὴ ἔκφρασις τοῦ πλέον εὐγενοῦς συναισθήματος.
Τῆς ἀγάπης.
Ἡ
ἀνδρικὴ χαμέρπεια, ποιοτικῶς διαφέρει παρασάγγας ἔναντι τῆς γυναικείας.
Ὅτε
μιὰ γυναίκα τρέπεται εἰς χαμερπεῖς συμπεριφοράς, ἢ καὶ ἔχει διαμορφώσει πλήρως
χαμερπές φρόνημα, πάντοτε σχεδὸν ἔχει κάποια ἐλαφρυντικά, ὄχι ἐκ τῆς γνωστῆς
παλαιόθεν βλακώδους -ἀνδρικῆς- ἀντιλήψεως, περὶ «μειωμένου καταλογισμοῦ», λόγῳ
...ἠθικῆς κατωτερότητος, ἀλλ᾿ ἐκ τοῦ γεγονότος ὅτι συνήθως συντρέχουν λόγοι μιᾶς
διαρκοῦς ἀμύνης τῆς γυναικός ἔναντι κινδύνων ἀπορρεόντων ἐξ αὐτῆς ταύτης τῆς
φύσεώς της καί ἐκ τῆς ἐν γένει κοινωνικῆς ἀρνητικότητος, τῆς παρατηρουμένης
ἀκόμη καὶ εἰς τὰς πλέον «συγχρόνους» κοινωνίας ἔναντι τῶν γυναικῶν.
Ἀντιθέτως
ἡ ἀνδρικὴ χαμέρπεια εἶναι ἀηδεστάτη καὶ ἐπιφέρει ἀνέκκλητον ἠθικὴν καταδίκην
τοῦ ἐμπίπτοντος εἰς ταύτην.
Καθ᾿
ἡμᾶς, ἤτοι κατὰ τὴν φρεάντλειον ἀντίληψιν, τὸν μέγιστον βαθμὸν ἀηδίας καὶ
ἠθικῆς ἀπαξιώσεως ἐπιτυγχάνουν τρεῖς περιπτώσεις χαμερπῶν.
α΄.
Οἱ ἐκμεταλλευόμενοι ποικιλοτρόπως, ἀλλὰ περισσότερον οἰκονομικῶς, ἐρωτευμένας
γυναίκας.
β΄.
Οἱ ἐκμεταλλευόμενοι γέροντας μειωμένων πνευματικῶν δυνατοτήτων, οἱ ὁποῖοι ὅμως
ἐκ μιᾶς παραλόγου συνδρομῆς τῆς μοίρας, τυγχάνει νὰ διαθέτουν τυπικὴν ἰσχύν,
οἰκονομικῆς, ἐπαγγελματικῆς, κοινωνικῆς καὶ πάσης ἄλλης μορφῆς.
γ΄.
Οἱ ἐκμεταλλευόμενοι μεγάλας μάζας προσώπων.
Ἐπὶ
παραδείγματι, οἱ ἐκμεταλλευόμενοι πρόσωπα τὰ ὁποῖα, ἐκ μιᾶς παραλόγου πολιτικῆς
ῥυθμίσεως, διαθέτουν τὸ δικαίωμα τῆς ἐκλογῆς ἐκείνων οἱ ὁποῖοι διαχειρίζονται
τὴν νομοθετικὴν καὶ τὴν ἐκτελεστικὴν ἐξουσίαν εἰς μιὰν χώραν, δηλαδὴ τῶν γνωστῶν καὶ ὡς
πολιτικῶν.
Οἱ χαμερπεῖς τῆς τελευταίας ταύτης κατηγορίας, ὅσον «χαρισματικὰ»
πρόσωπα καὶ ἂν εἶναι, δὲν δύνανται μεμονωμένως νὰ ἁπλώσουν τὸν ἱστὸν τῆς ἀπάτης
των, ἄνευ τῆς βοηθείας διαφόρων ἄλλων συγχαμερπῶν.
Εἰς τὴν κατηγορίαν β΄. ἐμπίπτει καὶ ὁ κ. Βησσαρίων(ας), ποὺ χρόνια τώρα, τὴν «πρώτη του μηνός», ὅτε «βγαίνουν» αἱ συντάξεις, ἔπαιρνε ἀπ᾿ τὸ χεράκι τὸν μικρὸν Κωστάκην - Ἰόλαον καὶ τὴν χαριτωμένην Κανέλλαν - Νεφέλην πρὸς ἐπίσκεψιν τοῦ γέροντος καὶ σιελορροοῦντος παπποῦ Κώστα.
Ἐκεῖ ἐπαίζετο ἕνα ταχύδραμα χαμερπείας, μὲ τὸν παπποῦν Κώσταν νὰ πληροφορῆται ὅτι:
Ἡ χαριτωμένη Κανέλλα - Νεφέλη, πέραν τῶν ἀγγλικῶν, τοῦ κλειδοκυμβάλου, τοῦ ταϊτσί, τῆς ἀνθοδετικῆς ἰκεμπάνα καὶ τοῦ σχολείου, «γράφτηκε» καὶ στὸν Ἱππικὸν Ὅμιλον Ξυλοκέριζας.
Ὁ μικρὸς Κωστάκης - Ἰόλαος, πέραν τῆς κλασσικῆς κιθάρας, τοῦ τζούντου καὶ τῶν γερμανικῶν, ἤρχισε καὶ μαθήματα δημιουργικοῦ διαλογισμοῦ.
Ὁ μικρὸς Κωστάκης - Ἰόλαος, πέραν τῆς κλασσικῆς κιθάρας, τοῦ τζούντου καὶ τῶν γερμανικῶν, ἤρχισε καὶ μαθήματα δημιουργικοῦ διαλογισμοῦ.
Ὄπισθεν τούτων βεβαίως τῶν φιλοπροόδων ἀναγεννησιακῆς ἰδιοσυγκρασίας παιδίων, τοῦ ἐκκολαπτομένου Λεονάρδου ντὰ Βίντσι καὶ τῆς ἀναθρωσκούσης Γεωργίας Σάνδης, κατ᾿ οὐσίαν εὑρίσκοντο ἄλλα πράγματα.
Ἡ συχνὴ «ἀπαλλοτρίωσις» μέρους ἢ καὶ τοῦ «φιλέτου» τῆς συντάξεως τοῦ παπποῦ Κώστα, ἐσκόπει π.χ. εἰς τὴν ἐπαύξησιν τοῦ στόλου τῶν ὀχημάτων τῆς ἐπαιτούσης οἰκογενείας τοῦ κ. Βησσαρίων(α), ἢ εἰς τὸν ἑορτασμὸν τοῦ νέου ἔτους, ὄχι εἰς τὰ βαρετὰ καὶ πλήρη ἀλβανῶν νεοκατοίκων Πάνω Σέκλανα, ἀλλὰ στὸ «χωρ(γ)ιὸ τοῦ Ἅη Βασίλη».
Ἔτσι , ἀκόμη καὶ κατὰ τὰς ἐποχὰς ἐκείνας ὅτε ἡ ἐξ Εὐρώπης Ντελώρειος μαλάγρα ἔπιπτεν ἀφειδῶς εἰς τὸν μέγαν ἐθνικὸν κιοῦρτον, διαμοιραζομένη δικαίαις χερσὶν σοσιαλιστῶν καὶ μὴ τραπεζοκόμων, προσελκύουσα τοὺς ἰχθὺς εἰς τὸ μέγα ῥαβαΐσιον, ὁ παπποῦς Κώστας ὑπέφερε, μεμψιμοιρῶν, ἐνίοτε καὶ διαμαρτυρόμενος διὰ τὸ πῶς δύναταί τις συνταξιοῦχος νὰ «τὰ φέρῃ βόλτα μ᾿ ἕνα ἑξακοσάρι τὸ μήνα»...
(ἴσως
συνεχισθεῖ).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου