Τετάρτη 23 Οκτωβρίου 2019

W.B.Yeats: εισαγωγικοί στίχοι στις Responsibilities & Other Poems (1916)

https://themermaidtavern.gr/w-b-yeats-eisagogikoi-stixoi-stis-responsibilities-amp-other-poems-1916/

Σ’γχωρέσ’τε, πατέρες παλαιοί, ἂν ἐμείνατε ἐγγύς
ἀκόμη ὥστε νἀκούσετε τῆς ἱστορίας τὸ τέλος,
δουβλινέζε ἔμπορε παλαιέ «ἐλεύθερε τελῶν»
ἢ σὺ ποὺ σὲ Galway καὶ Ἱβηρική κατήλλασσες·
παλαιὲ λόγιε τῆς ἐξοχῆς φίλε τοῦ Robert Emmet
σὲ μνημονεύουν  ἐκατό χρόνια τώρα οἱ πτωχοί·
ἐλλόγιμε καὶ ἔμπορε σεῖς οἱ ὁποίοι μἀφήσατε αἷμα
τέτοιο ποὺ δὲν μολεύθηκε σὲ λαγόνες καπήλου,
καὶ ποὺ στρατιώτες ἔδωσε, ὅστις κύβος ἐρρίφθη:
ἕναν Butler ἢ κάποιον Armstrong ποὺ ἀντεστάθη
παρὰ τὰ γλυφὰ νάματα τοῦ Boyne, στὸν Ἱάκωβο
μὲ τὸ ἰρλανδικὸ ἀσκέρι του, κ’ὁ Βαταβὸς τὸν διήλθε·
σὺ παλαιὲ ναύκληρε ἔμπορε ποὺ στὸν βισκαϊκό κόλπο
ἐπήδησες στὴν θάλασσα κατόπιν ῥάκου πίλου,
σὺ πλέον ὅλων, σιωπηλέ καὶ περήφανε γέρον,
γιατί τὸ καθημερινό θέαμα ποὺ μοῦ ἐκίνει
τὴν φαντασία, ἔβαλε νὰ ποῦν τὰ παιδικά μου χείλη
«οἱ σπάταλες μόνο ἀρετές ἔχουν τὸν ἥλιο κέρδος»·
σ’γχωρέσατε τ’ὅτι χάριν ἑνὸς ἀγόνου πάθους,
παρότι τὰ σαρανταεννιά ἐγγίζω, ἀπόγονο
δὲν ἔχω, τίποτε, ἀλλ’ἔνα βιβλίο, τίποτ’ἐξόν
τοῦτο γιὰ νἀποδείξω τὸ αἷμα σας καὶ το δικό μου.

(Ιανουάριος 1914)
(απόδοση: Γ.Α. Σιβρίδης)

στ. 3: Jervis Yeats (†1712), o πρώτος Yeats που ήλθε στην Ιρλανδία, ὀθονιοπώλης (έμπορος λινού) που ήταν ελεύθερος από τους δασμούς στο λινό 6% και 10%.
στ. 5: John Yeats (1774-1846) εφημέριος του Drumcliff
στ. 10: Στρατιώτης που πολέμησε στην πλευρά του Γουλλιέλμου της Οράγγης   στη μάχη του Boyne την 1η Ιουλίου 1690 προς τον Ιάκωβο Β’ Stuart. Αρχικά ο Yeats νόμισε ότι ήταν στο στρατόπεδο του Ιακώβου και έτσι αρχικά οι στίχοι πήγαιναν ως εξής:
σ’γχωρέσατε, καὶ σεῖς ποὺ δὲν ζυγίσατε ζημία, ὅταν, παλαιοὶ Butlers, ἐστάθητε πά στά φαριά παρὰ τὰ γλυφὰ νάματα τοῦ Boyne, μέχρις ὅτου ὁ ἄθλιος αὐθέντης σας ἐχλόμιασε καὶ ἐχάθησαν τὰ πάντα·
στ.12: ὁ Βαταβός: ο Γουλλιέλμος της Ορράγης
στ.13: William Middleton (1770-1832), ο προπάππος του από την πλευρά της μητέρας του Susan Mary Pollexfen, τον αναφέρει και ως λαθρέμπορο.
στ.15: William Pollexfen (1811-92), ο παππούς του  τον οποίο θαύμαζε και εφοβείτο όταν ως παιδί ζούσε στο σπίτι της μητέρας του στο Sligo.

Δεν υπάρχουν σχόλια: